Οι νέοι μας, οι νέοι της Ελλάδας… Πρόσωπα
γλυκά, αρμονικά, γεμάτα προσμονή, ευγένεια και… εγκαρτέρηση, πάντα σε αναμονή
και πάντα σε αγωνία… τόσο συμπαθητικά… τόσο… υποταγμένα!
Μιλώ
για όλα αυτά τα παιδιά, τα παιδιά μας, που, ειδικά αυτή τη σεζόν, από τον
Οκτώβρη μέχρι και τώρα, εμφανίζονται στους δέκτες μας, τα παιδιά που σέρνονται καθημερινά
σαν άβουλες μαριονέτες στα διάφορα τηλεπαιχνίδια, δεμένα με τις αόρατες αλυσίδες
της προσμονής και της ανούσιας ελπίδας για μία θέση όχι στον Ήλιο, αλλά, έστω, στο
μισοσκόταδο μιας μίζερης και ζοφερής «ημι-απασχόλησης».
Μιλώ
για τα παιδιά της Ελλάδας μας, που εξωθούνται με γαλαντόμα αυστηρότητα σε
ανούσιες σκιαμαχίες, υπό το σκληρό και δήθεν κατανοητικό και εν πολλοίς
σαδιστικό όμμα των κριτών τους –των βασανιστών τους, κατ’ ουσίαν, αφού έτσι τους
θέλει τους «coaches» η παραγωγή, κι αυτό οφείλουν κι
αυτοί να πράξουν, αν θέλουν περαιτέρω να εισπράξουν…
Και
τα παιδιά, οι παίκτες, αυτοί οι ήδη εκπαιδευμένοι τεχνολογικώς στον υπάκουο
πιθηκισμό / μιμητισμό των επιταγών της εποχής και του συρμού, οι πειθήνιοι χρήστες
του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αυτά τα θλιμμένα και
ανασφαλή πρόσωπα, που χαμογελούν τόσο λαμπερά και τόσο προσποιητά όταν βγάζουν
μια ακόμη selfie
για τα «φιλαράκια» στο face,
όταν εκθέτουν στα μάτια του κάθε ανόητου ή ανώμαλου τη ζωή τους ή δίνουν όλες τις
πληροφορίες για το πού βρίσκονται ανά πάσα στιγμή, έχοντας χάσει πλήρως σχεδόν το
ένστικτο της επιβίωσης και τη συνείδηση στο ΔΙΚΑΙΩΜΑ της ιδιώτευσης… τι να πει
κανείς γι’ αυτούς τους νέους τους πρωτοφανείς, τους τόσο αντεπαναστατικούς στη
συντριπτική τους πλειοψηφία;
Άλλοτε
μαχόμενοι στα όρια των δυνάμεών τους, πεινασμένοι, εξαθλιωμένοι, άπλυτοι,
τραυματισμένοι Ροβινσώνες σ’ ένα νησί στο πουθενά… Άλλοτε τραγουδώντας στα όρια
των φωνητικών τους ικανοτήτων, βγάζοντας λαρυγγισμούς αγγλόφωνους, ξενόφερτους,
βαρβαρικούς κι ενοχλητικούς ακουστικά –για να διασκεδάζει αφενός το φιλοθέαμον
κοινόν των άλλων εξαθλιωμένων, των στερημένων και διψασμένων για αίμα θεατών της
αρένας, και να κερδίζουν αφετέρου οι εταιρίες παραγωγής, τα κανάλια και οι
κριτές, οι «πετυχημένοι», οι «τηλεπερσόνες»… Άλλοτε, μόνοι, ευάλωτοι, αβοήθητοι
στο να πάρουν μια σωστή απόφαση ζωής, απροστάτευτοι απέναντι στον κανιβαλισμό
των τηλεθεατών, κι άλλοτε σέρνοντας μαζί τους και τους γονείς και τους φίλους
τους, δέσμιους κι αυτούς και υποταγμένους με τόση προθυμία στον εκάστοτε τηλεοπτικό
βωμό… Άλλοτε έγκλειστοι σε σπίτια θεαματικά και μεταλλοπλαστικά ή σε άθλια καλύβια,
πάντα ο ένας πάνω στον άλλον όμως, με το μάτι της κάμερας σαδιστικά στραμμένο πάνω
τους να παρακολουθεί την κάθε τους κίνηση και να χειραγωγεί τις ζωές τους, τις σκέψεις
και τις ιδέες τους, κι άλλοτε με δικά τους έξοδα να τραβιούνται ώρες
ατέλειωτες, μέρες ή και μήνες στα στούντιο, ταξιδεύοντας συχνά και επί καιρό πολλές
φορές χιλιόμετρα μακριά, αλλά με την ίδια πάντα ανοχή, την ίδια πάντα… υποτακτικότητα
και πάντα κάτω από το ζυγό μιας αγγλόφωνης ταμπέλας, που είναι εκεί, ακριβώς
για να υπενθυμίζει το ρόλο τους: είστε σκλάβοι και μου ανήκετε!
Είναι
οι γνωστοί σε όλους μας Survivors
(εσχάτως και με αγώνες Τουρκοελληνικής –ούτε καν Ελληνοτουρκικής- δήθεν φιλίας,
το αποτέλεσμα μιας ατέλειωτης υποκρισίας εκ μέρους όλων, διοργανωτών και
συμμετεχόντων / βλ. υποταγμένων «μονομάχων», εν μέσω βρυχηθμών και πολλαπλών ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΝ
απειλών της Άγκυρας για την Ελλάδα μας, σε μέρες μνήμης και τιμής της δικής μας
γενεοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου), είναι οι Rising star (με το πρόσωπο να βλέπει τον τοίχο), οι X Factor, οι The Voice, οι Stars Academy (εδώ ειδικά, το πράγμα
έχει ξεφύγει, ξαναζωντάνεψε την Τρούμπα και τα Κόκκινα Φανάρια και εξωθεί τους παίκτες
ακόμα και σε τρανσέξουαλ ακρότητες ή σε σεξουαλική λεσβιακή θωπεία on camera), οι Master Chef (ή με άλλα λόγια, πώς
να υποβάλεις ένα νέο παιδί σε επίσημο μπούλινγκ, πράγμα που κάνουν καταφανώς οι
συγκεκριμένοι κριτές – ιεροεξεταστές, για αιτίες τόσο ουτιδανές, όπως για το αν
έκατσε καλά πάνω στις παπαρδέλες ο μαϊντανός ή αν μετρήθηκε με το υποδεκάμετρο
η απόσταση μισής ακτίνας από την περιφέρεια του εσωτερικού κύκλου του πιάτου
πριν τοποθετηθεί το πικράγγουρο στο κέντρο της παντζαροσαλάτας –τέτοια σοβαρά
ζητήματα!). Και άλλα, κι άλλα, πόσα άλλα, τόσα πολλά φέτος πια, τόσες
σκιαμαχίες με όλη τη σημασία της λέξης –αγώνες περί όνου σκιάς!- στο τραγούδι,
στο χορό, στην κατσαρόλα, στο στίβο μάχης, στην προσποίηση, στην αντοχή της καρδιάς,
του μυαλού και της συνείδησης –ναι, της συνείδησης!- όταν υποβάλλεις στα
υποταγμένα αυτά παιδιά να σκοτώνουν τον αυθορμητισμό μέσα τους και να διατηρούν
το χαμόγελο ακόμα και την ώρα που χάνουν, λες κι είναι το καθένα τους ο «Άνθρωπος
που γελά» του Βίκτορα Ουγκώ, με το χαμόγελο καρφωμένο για πάντα στο πρόσωπο
μετά από χειρουργική επέμβαση! Κι ακόμα χειρότερα, τα παιδιά αυτά είναι
υποχρεωμένα, πιεσμένα από την ανήθικη και αφύσικη στρατηγική της παραγωγής να
εκδηλώσουν τη δήθεν χαρά τους για τη νίκη του αντιπάλου παίκτη! Τόση βρωμιά στα
νεανικά αυτά μυαλά εμφυσούν οι δυνάστες του ανθρώπου, τόση υποκρισία, τόση ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ!
Πώς
να επαναστατήσει, λοιπόν, αυτή η νέα γενιά –γιατί αναρωτιέστε;- όταν όχι απλά
δε συνειδητοποιεί την αθλιότητα στην οποία υποβάλλεται εθελουσίως, αλλά
αγωνίζεται κιόλας, αγωνιά και παλεύει για να έχει ο καθένας τους και η καθεμιά
τους μια θέση στην πολυπόθητη υποτακτικότητα ενός τηλεπαιχνιδιού, με την
προσδοκία της νίκης! Μιας νίκης που δε σημαίνει τίποτε εξάλλου, αφού η
συντριπτική πλειοψηφία αυτών των παιδιών δεν κάνει απολύτως τίποτε τελικά στην
πραγματική ζωή όσον αφορά στο αντικείμενο του αγωνίσματος στο οποίο εκρίθη,
καθώς τους διάττοντες αυτούς αστέρες της μιας βραδιάς, που τόσο τους τίμησε και
τους ψήφισε το κοινό (πλουτίζοντας τις εταιρίες τηλεφωνίας και τους υπολοίπους
του τηλεσυστήματος), τους καταπίνει η αφάνεια και η απελπισία την επομένη της λαμπερής
τηλεοπτικής νίκης τους, όταν συνειδητοποιούν ότι καμιά καριέρα δεν τους περιμένει
έξω από τα πλατό, ούτε καν ένα μεροκάματο της πείνας.
Πολύ
φοβάμαι ότι η λύση δε θα δοθεί από αυτή τη γενιά των νέων, πολύ φοβάμαι ότι
έχουν χάσει το τρένο της ζωής τους και έχουν εκχωρήσει εκουσίως το
ελευθερόβουλό τους στους τυράννους της γης. Η λύση θα δοθεί, όμως, από τα
παιδιά τους, που αηδιασμένα από την υποτακτικότητα και τη μοιρολατρία αυτή των
γεννητόρων τους, θα βρουν τον τρόπο να σπάσουν τα δεσμά, τα μάγια αυτά τα
δολερά της πλανερής εικόνας και της εγκληματικής τεχνολογίας. Αργά αλέθουν οι
μύλοι των Θεών… Αλέθουν, όμως!
Ντορέτα
Πέππα