ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΑΠΕΙΛΗ: ΟΙ ΔΥΣΜΟΡΦΟΙ ΓΕΝΝΗΤΟΡΕΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΙΩΝΙΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΓΕΝΟΥΣ!




 ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:

Δε μας απειλούν με αφανισμό τώρα μόνο οι Τούρκοι –γιατί αυτό επιδιώκουν: τον αφανισμό μας! Δεν είναι πρόσφατοι ή τυχαίοι εχθροί κι ούτε η επέλασή τους εναντίον του ελληνικού γένους χρονολογείται από τότε που οι Σελτζούκοι προσέγγισαν τα σύνορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο), όπως θέλει να μας πείσει η συμβατική «Ιστορία», ένα δηλαδή από τα πάμπολλα φερέφωνα της Νέας Τάξης Πραγμάτων, η οποία επιδιώκει να μας αποκοιμίσει ώστε να μας εξοντώσει. Μας εχθρεύονται οι Τούρκοι εκ φύσεως! Και θέλουν να πάψουμε να υπάρχουμε και να εμποδίζουμε την απάνθρωπη εξάπλωσή τους, εδώ και χιλιάδες χρόνια! Από την αρχή του «μύθου»… Από τότε που οι ελληνογενείς ήταν εξαπλωμένοι σε όλη την Ασία, μέχρι τα όρια του Ειρηνικού Ωκεανού… Ας τα δούμε όλα σιγά σιγά, μέσα από ένα συναρπαστικό ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο, με οδηγό έναν θρυλικό Έλληνα μύστη, που πρώτος κατέγραψε τα πραγματικά, αλλά και τα αστρικά του ταξίδια!


Ποιος ήταν ο Αριστέας ο Προκοννήσιος

Ο Αριστέας ο Προκοννήσιος ήταν Αρχαίος Έλληνας επικός ποιητής, γιος του Καϋστρόβιου, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (ή, κατά μία εκδοχή από το λεξικό Σουίδα, του Δημοχάρους). Ο Αριστέας γεννήθηκε στην Προκόννησο ή, κατά τον G. Huxley, στην Αρχαία Προκόννησο (τη σύγχρονη Αλώνη, ένα νησί, που οι Τούρκοι το λένε Πασαλιμάνι). Η Προκόννησος ήταν μία από τις πρώτες αποικίες της Μιλήτου στην Προποντίδα (το στενό προ του Πόντου, του Ευξείνου, εννοείται), δηλαδή βρισκόταν στη Θάλασσα του Μαρμαρά, της οποίας το νεώτερο όνομα προέρχεται από την αφθονία μαρμάρου στην περιοχή, πράγμα που μας οδηγεί στη σκέψη ότι επρόκειτο αρχαιόθεν για έναν εξαιρετικά ενεργειακό τόπο, που επηρέαζε δυναμικά τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.
Η ύπαρξη του Αριστέα ακροβατεί μεταξύ του θρύλου και της ιστορικής πραγματικότητας, με το όνομά του να συνδέεται τόσο με την ποιητική δημιουργία, όσο και με αφηγήσεις υπερφυσικού χαρακτήρα, στις οποίες του αποδίδονται ξεχωριστές και «μαγικές» δυνάμεις, καθώς και η ιδιαίτερη ιερατική σχέση του με τον Απόλλωνα. Ο Στράβων αναφέρει τον Αριστέα ως μάγο («γόης ανήρ» στο αρχαίο κείμενο). Σε άλλα αρχαία κείμενα πάλι, ο Αριστέας εμφανίζεται ως «φοιβόληπτος», διαπνεόμενος, δηλαδή, από το πνεύμα του Φοίβου.
Ο πατέρας του Αριστέα Καϋστρόβιος, το πιθανότερο, ανήκε σε μια ανώτερη οικογένεια αριστοκρατών του νησιού. Από το όνομα του πατέρα του, που παραπέμπει στον ποταμό Κάυστρο (το ποτάμι που είναι γνωστό σήμερα ως Küçük Menderes και που βρίσκεται κοντά στην Έφεσο), φαίνεται ότι η γενιά του προερχόταν από την Ιωνία. Αν ο πατέρας του ήταν, λοιπόν, από τους πρώτους αποίκους της Προποντίδας στους λεγομένους ιστορικούς χρόνους (περίπου το 680 π.α.χ.χ.), τότε ο Αριστέας έζησε και συνέγραψε τα έπη του κατά τον 7ο αι. π.α.χ.χ. Αυτή η χρονολογία συμφωνεί και με τον Ηρόδοτο, που υπολόγισε το χρονικό διάστημα των 240 χρόνων ανάμεσα στην τελευταία εμφάνιση του Αριστέα στην Προκόννησο και στην επόμενη εμφάνισή του στη Νότια Ιταλία, η οποία αγγίζει και ξεπερνά τα όρια του θρύλου βεβαίως, αφού είχαν περάσει πάνω από 2 αιώνες από την περίοδο κατά την οποία έδρασε και έγραψε ο αινιγματικός αυτός ποιητής!
Πάντως, το πότε ακριβώς έζησε δεν είναι εξακριβωμένο, οφείλουμε να το πούμε. Θα επανέλθουμε σ’ αυτό το ζήτημα της χρονολόγησης του βίου του και σε άλλα σημεία.
Το βασικό έργο το οποίο κατά την Αρχαιότητα αποδιδόταν στον Αριστέα ήταν το έπος «Αριμάσπεια», ονομασία που προέρχεται από τους Αριμασπούς, μια εθνότητα (μυθική για κάποιους, υπαρκτή για άλλους), η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, κατοικούσε στην Κεντρική Ασία, αρκετά κοντά με τους επίσης θεωρούμενους «επισήμως» ως μυθικούς Υπερβορείους –αν και εγώ δε συμφωνώ καθόλου με την άποψη αυτή και θεωρώ τόσο τους Υπερβορείους, όσο και τους Αριμασπούς, αλλά και τους υπόλοιπους αρχαίους και παράξενους κατοίκους που θα συναντήσουμε στη μελέτη μας, ως υπαρκτούς.
Τα «Αριμάσπεια έπη» χωρίζονταν σε τρία βιβλία και περιείχαν τις περιπέτειες του Αριστέα στα βάθη της Ασίας, πολύ πέρα από τον Εύξεινο Πόντο, αλλά και τις εντυπώσεις του από αυτά του τα ταξίδια, πραγματικά ή… αιθερικά!
Το έργο του δε διασώθηκε. Από διάφορους Αρχαίους ή και μεταγενέστερους συγγραφείς μαθαίνουμε κάποια πράγματα σχετικά με αυτό. Από τον ιστορικό Ηρόδοτο, αλλά και άλλους, αναφέρονται τα ταξίδια του Αριστέα στις χώρες των Κιμμερίων, των Αριμασπών, των Ισσηδόνων κ.ά. παράξενων και χαμένων (;) σήμερα φυλών.
Κορυφαία αφήγηση εντός των «επών» του Αριστέα η περιγραφή της συνεχούς διαμάχης μεταξύ των μονόφθαλμων Αριμασπών και κάποιων τεράτων, επίσης θεωρουμένων ως μυθικών, που δεν είναι άλλα από τους γνωστούς σ’ Ανατολή και Δύση Γρύπες. Οι Αριμασποί προσπαθούσαν να κλέψουν το χρυσό, ο οποίος φυλασσόταν από τους δεύτερους, καθώς το μέταλλο αυτό αφθονούσε στη χώρα όπου οι Γρύπες είχαν τις φωλιές τους.
Και επανέρχομαι στο ζήτημα που έθιξα προηγουμένως. Τα «Αριμάσπεια» ήταν ευρέως γνωστά στους αρχαίους συγγραφείς, κρίνοντας από το πλήθος των αναφορών σε αυτά. Ωστόσο, φαίνεται πως έπεσαν σχετικά νωρίς στη λήθη, ενώ η πατρότητα του έργου αμφισβητήθηκε ήδη από τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα (1ος αιώνας π.α.χ.χ.). Δεκατρείς στίχοι επικού εξαμέτρου σώζονται στο έργο του Λογγίνου «Περὶ ὕψους», ενώ γίνεται σ’ αυτά αναφορά και στις «Χιλιάδες» του Ιωάννη Τζέτζη. Το έργο του Αριστέα γνωρίζουμε ότι δεν υπήρχε, ήδη από τον 3ο αιώνα π.α.χ.χ. Ποιος το κατέστρεψε και γιατί; Η απάντηση θα αναδυθεί σιγά σιγά, καθώς θα προχωρούμε.
Ας δούμε, επί του παρόντος, ορισμένα σχετικά με τον βίο του παράξενου αυτού ανθρώπου, του Αριστέα.
Ο Αριστέας, σε διήγηση την οποία παραθέτει ο Ηρόδοτος ως προερχόμενη από την Κύζικο και την Προκόννησο, είχε επισκεφθεί κάποτε ένα εργαστήριο καθαρισμού ρούχων όπου και ξαφνικά πέθανε. Ο ιδιοκτήτης έκλεισε το εργαστήριο τρομαγμένος και κατευθύνθηκε προς τις οικίες των συγγενών του ποιητή για να τους ενημερώσει. Η είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σε όλη την πόλη. Κάποιος ταξιδιώτης, όμως, από την Κύζικο -ο οποίος είχε καταφθάσει από το επίνειο της Κυζίκου, την Αρτάκη - διέψευσε αυτή την πληροφορία, καθώς είχε δει τον Αριστέα στην πόλη του και μάλιστα, είχε συνομιλήσει μαζί του! Μπροστά στην επιμονή του τελευταίου, οι συγγενείς έσπευσαν στο εργαστήριο, όμως δεν βρήκαν τον ποιητή εκεί ούτε ζωντανό ούτε νεκρό! Επτά χρόνια αργότερα, ο Αριστέας επανεμφανίστηκε στην πόλη του και συνέγραψε τα «Αριμάσπεια», αλλά αμέσως μετά, εξαφανίστηκε και πάλι, για δεύτερη φορά.
Διακόσια σαράντα έτη αργότερα, σύμφωνα με την εκτίμηση του Ηροδότου για το χρονικό διάστημα που είχε περάσει από τη δεύτερη εξαφάνιση του ποιητή, ο Αριστέας εμφανίστηκε σε όραμα στους κατοίκους του Μεταποντίου της Ιταλίας και τους παρήγγειλε την ανέγερση ενός ιερού προς τιμήν του Απόλλωνος. Παράλληλα, τους είπε να τοποθετήσουν στο ιερό αυτό κι έναν δικό του ανδριάντα. Ο Θεός Απόλλων τούς είχε κάνει την τιμή και είχε επισκεφθεί μόνο την πόλη τους από όλες τις πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας, σύμφωνα με τα λεγόμενα του φασματικού Αριστέα, ο οποίος είχε ακολουθήσει τον Θεό μεταμορφωμένος σε κοράκι. Οι Μεταποντίνοι εφάρμοσαν τις απαιτήσεις του φάσματος του Αριστέα, κατόπιν επιβεβαίωσης από το μαντείο των Δελφών, οπότε και ο ανδριάντας του ποιητή δέσποζε έκτοτε στην αγορά της πόλης. Τα στοιχεία αυτά ανευρίσκονται στο κείμενο του Ηροδότου, και εν μέρει και στον Πλίνιο (ΦΙ 7.174), οπότε θα πρέπει να τα λάβουμε σοβαρά υπόψιν, αφού ο Πλίνιος ήταν σε θέση να διασταυρώσει αν π.χ. υπήρχε ανδριάντας του Αριστέα στο Μεταπόντιο.
Το λεξικό Σουίδα, επηρεασμένο από τον Απολλόδωρο, τοποθετεί τον Αριστέα ως σύγχρονο του Κροίσου και του Κύρου, αλλά αναφέρει ως ορόσημο την Ολυμπιάδα της περιόδου 580 – 577 π.α.χ.χ., περίοδο, δηλαδή, προγενέστερη των προαναφερομένων βασιλέων, οπότε θα πρέπει να πρόκειται για μεταγραφικό λάθος, γι’ αυτό προτείνεται η 58η Ολυμπιάδα (γύρω στο 545 π.α.χ.χ.) ως η πιθανότερη εναλλακτική. Ο Ηρόδοτος, όμως, τοποθετεί τον Αριστέα 240 έτη πριν την εποχή του, δηλαδή στις αρχές του 7ου αιώνα. Και κατά τη γνώμη μου, έχει περισσότερο δίκιο. Ο Αριστέας, όχι απλά έζησε τον 7ο αιώνα, αλλά ίσως να έζησε και ενωρίτερα ακόμα, αφού υπάρχουν στοιχεία, που τον συνδέουν ακόμη και με τον πολύ προγενέστερο Όμηρο, και μάλιστα, με βάση τα στοιχεία αυτά, θεωρείται μεγαλύτερός του!
Όποτε και αν έζησε, ο Αριστέας παραμένει μια μοναδική προσωπικότητα, αφού κανείς αρχαίος δε γνωρίζουμε να είχε διεισδύσει τόσο βαθιά στην Ασιατική Ήπειρο όσο αυτός, εκτός ίσως από τον πολύ μεταγενέστερο περιηγητή Maes Titianus (Τιτιανός: ρωμαϊκής και συριακής καταγωγής, αλλά ελληνικής Παιδείας, μακεδονικής για την ακρίβεια), τον οποίο χρησιμοποίησε ως πηγή και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος.
Βέβαια, κάποιοι άλλοι αποδίδουν στον φιλόσοφο Φερεκύδη τον Σύρο (7ος – 6ος αιώ. π.α.χ.χ.)  τα «Αριμάσπεια Έπη» του Αριστέα. Αλλά, κατά τη γνώμη μου, το πιθανότερο είναι ότι ο Φερεκύδης τα αντέγραψε απλά, ώστε να τα διασώσει. Ίσως κάτι να ήξερε, ίσως γνώριζε ότι το έργο του Αριστέα κινδύνευε από κάποιους. Κάποιους, που δεν ήθελαν να υπάρχει…
Ο Αριστέας, ο Φερεκύδης και ο Επιμενίδης είναι, πάντως, οι τελευταίοι λεγόμενοι «Θείοι» άνδρες (έχοντες υπερφυσικές δυνάμεις) που μας είναι γνωστοί, ευρισκόμενοι σχεδόν μεταξύ Μύθου και Ιστορίας. Από το τέλος τους και μετά, το σιδηρούν γένος κυριάρχησε ολοκληρωτικά, με τα γνωστά αποτελέσματα για τη «φθίνουσα» Ιστορία και την καθαρά υλιστική πλέον εξέλιξη του ανθρώπου.
Ο «κόρακας» και φοιβόληπτος Αριστέας

Ο Αριστέας υπήρξε ιερέας του Απόλλωνα και, σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες, είχε την ικανότητα του λεγομένου αστρικού ταξιδιού. Έπεφτε σε έκσταση και μπορούσε να «στείλει» το ενεργειακό του σώμα σε άλλους τόπους, ίσως και σε άλλες διαστάσεις. Αλλά γιατί είχε επιλέξει τη μορφή του κόρακα για να ακολουθήσει τον Απόλλωνα στο Μεταπόντιο;
Ο κόρακας θεωρείται ιερό πουλί για τον Απόλλωνα, αφού και ο ίδιος ο Θεός του φωτός είχε λάβει αυτή τη μορφή κατά τη διάρκεια της Γιγαντομαχίας. Αργότερα, ο κόρακας έγινε, μαζί με τον κύκνο, το ιερό πουλί του Φοίβου. Στην αρχή ήταν άσπρος ο κόρακας, αλλά έγινε μαύρος όταν πήγε στον Φοίβο το κακό μαντάτο για την απιστία της Κορωνίδας, της μητέρας του γιου του Ασκληπιού, η οποία είχε συνάψει δεσμό με κάποιον Ίσχυ. Ο κόρακας είναι ιερό πουλί, όμως, και για τον Μίθρα, αλλά και για τον Οντίν, τον Δία της Σκανδιναβικής αρχαίας θρησκείας. Γι’ αυτό, λοιπόν, ο Αριστέας είχε πάει στο Μεταπόντιο, μεταμορφωμένος σε κοράκι, ως απεσταλμένος του Απόλλωνα. Άλλωστε, σε πολύ αρχαίους χρόνους, το κοράκι ήταν ο αγγελιοφόρος των Θεών. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Αριστέας είχε ταξιδέψει για να βρει τους Υπερβορείους, τους λάτρεις του Απόλλωνα, που θεωρούσαν και εκείνοι το κοράκι ιερό πουλί. Και όχι μόνο αυτοί, αλλά και πολλοί άλλοι, που θα τους δούμε αμέσως και θα διαπιστώσουμε πόσο οι θρύλοι τους μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά και με τα λεγόμενα του Αριστέα. Πόσο περίεργο είναι να βλέπουμε τόσες κοινές παραδόσεις σε τόσο απομακρυσμένους μεταξύ τους λαούς! Πάντως, ως συμπέρασμα προκύπτει ότι μάλλον, η Ιστορία της μακρινής και Απώτατης Αρχαιότητας του κόσμου μας έχει γραφτεί, αθέλητα ή ηθελημένα, λάθος.
Ο Αριστέας φαίνεται πως στα 7 χρόνια της απουσίας του, μετά την εξαφάνιση του σώματός του, ταξίδεψε (με φυσικό ή με αιθερικό / αστρικό τρόπο; Ίσως να τα συνδύασε και τα δύο: και το ταξίδι και το «ταξίδεμα») και επέστρεψε για να γράψει τα «Αριμάσπεια έπη».
Ο Ηρόδοτος μιλά για την ικανότητα του «φοιβόληπτου» ποιητή να πέφτει σε έκσταση, αλλά ο Μάξιμος ο Τύριος είναι εκείνος που δίνει την πλήρη περιγραφή του Αριστέα ενώ βγαίνει από το σώμα του για να δει όλο τον κόσμο αποπάνω. Το σώμα του Αριστέα παραμένει ακίνητο, ο ίδιος αναπνέει, αλλά το σώμα του είναι αδύναμο, σχεδόν νεκρό. Όμως, το πνεύμα του, έχοντας εγκαταλείψει το σώμα του, ταξιδεύει στους αιθέρες σαν πουλί και βλέπει τα πάντα απ’ όπου περνάει, γνωρίζοντας έτσι και τις διάφορες φυλές των ανθρώπων. Κάποια στιγμή, επιστρέφει και ξαναμπαίνει στο σώμα του, ξυπνά και αφηγείται τα όσα είδε και βίωσε. Η περιγραφή αυτή του Μάξιμου μάς υποψιάζει πως ο Αριστέας θα πρέπει να ήταν κάτοχος της μυστικής γνώσης κάποιων εσωτεριστικών ασιατικών μαγικοθρησκευτικών πρακτικών (Σαμανισμός π.χ.).
Μήπως είχε μυηθεί στο δρόμο του για την Υπερβορέα –στην οποία ίσως και να μην έφθασε ποτέ- καθώς περνούσε από τους απίστευτους εκείνους λαούς, και κυρίως από τους Ισσηδόνες και τους Αριμασπούς;
Αριμασποί


«Ο Αριστέας πάλι, ο γιος του Καϋστροβίου από την Προκόννησο, γράφοντας το επικό του ποίημα, είπε πως έφτασε στη χώρα των Ισσηδόνων σε κατάσταση απολλώνειας έκστασης, κι ότι πιο πέρα από τους Ισσηδόνες κατοικούν άνθρωποι μονόφθαλμοι, οι Αριμασποί, και πέρ᾽ απ᾽ αυτούς, οι Γρύπες οι χρυσοφύλακες, και πιο βόρεια απ᾽ αυτούς οι Υπερβόρειοι, που φτάνουν ως τη θάλασσα.  Λοιπόν, (διηγήθηκε) πώς όλοι αυτοί, με εξαίρεση τους Υπερβορείους, πρώτα οι Αριμασποί κι ύστερα όλοι οι άλλοι, πατούσαν τη γη των γειτόνων τους, κι έτσι οι Αριμασποί, έδιωξαν με τη βία τους Ισσηδόνες από τη χώρα τους, οι Ισσηδόνες τους Σκύθες, και οι Κιμμέριοι, που κατοικούσαν στις ακτές της νότιας θάλασσας, στενεμένοι από τους Σκύθες, εγκατέλειψαν τη χώρα τους».
Αυτά γράφει ο Ηρόδοτος περί Κιμμερίων, Ισσηδόνων, Αριμασπών, Γρυπών και Υπερβορείων, τους οποίους είχε επισκεφθεί ο Αριστέας σε κατάσταση «απολλώνειας έκστασης» –αφού μέσω του μάντη Απόλλωνος / Ηλίου είναι δυνατή μια τέτοια εσωτεριστική εμπειρία. Όλοι αυτοί οι λαοί, πλην των Υπερβορείων, πολεμούσαν συνεχώς μεταξύ τους, όπως είδαμε στο απόσπασμα του Ηροδότου. Και πολεμούν ακόμα πολλοί με πολλούς εκεί πέρα, στην Ασία…
Σε σχέση με τους Αριμασπούς, ο Ηρόδοτος αναφέρει πως ήταν μονόφθαλμοι εκ γενετής. Στα σκυθικά, κατά τον Ηρόδοτο πάλι, το όνομα «Αριμασποί» μεταφράζεται ως εξής: άριμα > ένα, σπου > μάτι (Αριμασποί > οι μονόφθαλμοι). Και αναρωτιέμαι, γιατί οι Ζωροαστριστές (γειτνιάζοντες με τα Σκυθικά φύλα) κατέστησαν τον Αριμάν (τον ένα) ως τον Θεό του Κακού στο ντουαλιστικό θρησκευτικό τους σύστημα: δηλαδή την πίστη στην ανώτερη κυριαρχία δύο δυνάμεων: τόσο του Καλού, όσο και του Κακού;
«Άριμα» είναι, λοιπόν, το «εν», και μάλιστα το αγγλικό λεξικό Richardson θεωρεί τη λέξη αυτή αραβική (αρίμ), που επίσης σημαίνει «ένα». Το δεύτερο συνθετικό προσιδιάζει επίσης στη γερμανική λέξη spau / spa, τα γνωστά μας σπα > η πηγή. Όμως, στα περσικά, τα αραβικά και τα εβραϊκά η ίδια λέξη σημαίνει και «πηγή» και «μάτι». Οπότε, υπάρχει και η περίπτωση να είναι βουστροφηδόν γραμμένη η ελληνική λέξη πρόσωπο (το εμπεριέχον τα μάτια) Ωψ (ωπς / οπς ηχητικά) σε ξένη, μη ελληνική γραφή, οπότε διαβάζεται ανάποδα: σπο (σπα…). Κι αυτό, γιατί οι Ασιάτες γράφουν ανάποδα.
Πού έμεναν οι Αριμασποί; Δεν ξέρουμε. Οι γνώμες διίστανται. Οι περισσότεροι μελετητές τούς τοποθετούν ανάμεσα στα Ουράλια Όρη (τα Ριπαία ή Ρίπαια Όρη των Αρχαίων Ελλήνων) και τα Αλτάια ή Αλταία Όρη της Σιβηρίας / Μογγολίας (άρα, στα σύνορα της θεωρούμενης ως επικρατέστερης περιοχής των Γρυπών), στα σύνορα Σιβηρίας - Μογγολίας, σε μια εκτεταμένη περιοχή δηλαδή, στην οποία κατοικούσαν Σκυθικές και Μογγολικές κυρίως φυλές, αλλά και Ιρανικές. Ορισμένοι, μάλιστα, ερμηνεύουν το δεύτερο συνθετικό του ονόματός τους από την αρχαία ιρανική λέξη «άσπα», που σημαίνει ίππος. Οι ίδιοι μελετητές, διαφωνώντας τόσο με τον Ηρόδοτο, όσο και με άλλους συναδέλφους τους, αποδίδουν το πρώτο συνθετικό του ονόματος «Αριμασποί», στην αρχαία ιρανική λέξη «άριμα» (αγάπη). Έτσι, οι Αριμασποί είναι «αυτοί που αγαπούν τα άλογα», οι «φίλιπποι» δηλαδή, και πράγματι, οι κάτοικοι της στέππας (γιατί στις στέππες κατοικούσαν οι Αριμασποί) υπήρξαν δεινοί ιππείς από αρχαιοτάτων χρόνων.
Ο Αισχύλος έχει μια εντελώς διαφορετική άποψη, βέβαια, και είναι πιθανόν να είχε διαβάσει τα «Αριμάσπεια έπη» ή να τα είχε υπόψιν του έστω. Επειδή μιλά αφενός για τους Γρύπες, αλλά στη συζήτηση που κάνει ο Προμηθέας, δεσμώτης ων, με την Ιώ και της δίνει τις κατευθυντήριες για τη διαδρομή που θα έπρεπε να ακολουθήσει κατά τις περιπλανήσεις της, συμπεριλαμβάνει και τους Αριμασπούς, τους οποίους και τοποθετεί ανάμεσα στις Γοργόνες και τους Αιθίοπες (Αφρικανούς), οπότε φαίνεται πως θεωρούσε πως ζούσαν είτε νότια (στην Αφρική), είτε δυτικά, προς τον Ατλαντικό, είτε ακόμη και ανατολικά, πάντως όχι βόρεια / βορειοανατολικά, αν υποθέσουμε πως οι δικές του «Γοργόνες» ζούσαν σε νησί του Περσικού Κόλπου ή και του Ειρηνικού Ωκεανού και όχι του Ατλαντικού. Μα είναι δυνατόν μια τέτοια διαφοροποίηση απόψεων; Μιλάμε για… άλλες Ηπείρους! Εκτός και αν υπήρχαν πολλοί Αριμασποί… Και τι μπορεί να ήταν αυτοί οι περίεργοι «μονόφθαλμοι»; Ένα άλλο, ένα παλαιότερο γένος; Με πολλές φυλές διαφορετικές, όπως θα το δούμε, οι οποίες από συγγραφέα σε συγγραφέα περιγράφονται με εντελώς διάφορα χαρακτηριστικά, πέρα από την περιοχή στην οποία τοποθετείται η διαμονή τους εκάστοτε; Για μένα όλα είναι πιθανά, αφού τίποτε δεν έχει αποδειχθεί εξάλλου.
Οι Αριμασποί, από ορισμένους, θεωρούνται ως οι «συνοριοφύλακες» προς τη χώρα της ευδαιμονίας, δηλαδή προς την Υπερβορέα ή… Αγκάρθα ή Σαμπάλα ή Σανγκρί-λα, δηλαδή προς τη μαγική περιοχή (υπόγεια ή υπέργεια, πάντως αλλοδιαστατική), που οι πύλες εισόδου της θεωρείται πως βρίσκονται κάπου στα Ιμαλάια! Όμως, όσοι λένε πως οι Αριμασποί είναι οι φύλακες του υπέροχου αυτού και άγνωστου (υπαρκτού, άραγε;) κόσμου, λανθάνουν, αφού φύλακες της Υπερβορέας δεν μπορεί παρά να είναι μόνο οι Γρύπες -ηλιακά ζώα, γαρ, όπως θα αποδείξουμε και όπως αναφέρουν και πλείστοι όσοι συγγραφείς, αλλά και παραδόσεις. Κάτι που ταυτίζει τους Γρύπες με τα λεγόμενα Γκορός, που είναι τα πνεύματα φύλακες της Ινδουιστικής και Βουδιστικής παράδοσης, τα οποία φρουρούν τα περάσματα (πύλες) προς τη μυστική Αγκάρθα, την έδρα του «βασιλιά του κόσμου», στα Ιμαλάια. Άλλωστε, οι Αριμασποί του Αριστέα είναι γείτονες με τους Γρύπες, που αυτοί μόνο συνορεύουν με τους Υπερβορείους, που ίσως είναι και οι πραγματικοί κάτοικοι της θρυλικής Αγκάρθα, τελικά.
Βέβαια, ο Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Υπερβόρειοι είχαν μεγάλη χώρα και πως η επικράτειά τους έφτανε σε μια θάλασσα (κάποιοι πιθανολογούν πως πρόκειται για τη Θάλασσα του Μπάρεντς πάνω από τη Βόρεια Ευρώπη, στον Αρκτικό Ωκεανό). Ίσως, όμως, αυτό να ίσχυε για τους πανάρχαιους καιρούς και κάποιος ή κάτι να ανάγκασε, τελικά, τους μέχρι τότε ανίκητους Υπερβορείους να περιοριστούν ή και να χαθούν από προσώπου γης στην κυριολεξία… Κάποιος, κάποιοι, κάτι… Ίσως με το χαμό των γρυπών, οι πύλες τους να έμειναν ακάλυπτες. Ίσως να αναγκάστηκαν τότε να καταφύγουν στις «πύλες» των Ιμαλαΐων… Οι σκέψεις πολλές, οι μύθοι πάντα γοητευτικοί, μα και αινιγματικοί και σιωπηλοί σε σχέση με τις αλήθειες που κρύβουν.
Σύμφωνα με το μύθο, λοιπόν, οι Αριμασποί βρίσκονται σε συνεχή πάλη με τους Γρύπες για το χρυσό. Για τον Ηρόδοτο, παρόλο που εκφράζει την επιφύλαξή του ως προς το αν ήταν μονόφθαλμα όντα οι Αριμασποί, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θεωρούσε πως επρόκειτο για πραγματική φυλή. Με παρόμοιο τρόπο τούς αντιμετωπίζει και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ενώ στα σχόλια στον Πίνδαρο βρίσκουμε και το όνομα του βασιλιά - γενάρχη τους, του Αριμασπού. Ο Ευστάθιος, για τον οποίο οι Αριμασποί είναι «έθνος σκυθικόν», προσπαθεί με λογικό τρόπο να εξηγήσει τη μονοφθαλμία τους, συσχετίζοντάς την με την εξάσκηση στην τοξοβολία, η οποία τους ανάγκαζε να κλείνουν το ένα τους μάτι για να στοχεύσουν, καλύπτοντάς το μάλιστα, όπως θα έκαναν πολύ αργότερα και οι πειρατές. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Διονύσιος ο Περιηγητής τούς ονομάζει «αρειμανείς» ή «αρειμανίους». Αυτό τους συσχετίζει σαφέστερα ακόμα με τον κακό «Θεό» του Ζωροαστρισμού, τον Αριμάν ή Αρειμάνιο, όπως αποκαλείται από τους Έλληνες συγγραφείς.

Ας δούμε και μια άλλη εκδοχή, που μπερδεύει τα Ρίπαια Όρη με τις Άλπεις, ενώ πρόκειται για τα Ουράλια, όπως είπαμε. Είναι σαφές ότι μαζί με τις αυγές του Μεσαίωνα της Ιστορίας, είχε επέλθει και η γενική λήθη, αλλά και η σύγχυση. Από τα «Εθνικά» του Στέφανου Βυζάντιου (5ος αιώ. μ.α.χ.χ.) διαβάζουμε, λοιπόν (μετάφραση): «Οι Υπερβόρειοι είναι έθνος. Ο Πρώταρχος αποκαλεί μ’ αυτόν τον τρόπο τις Άλπεις: Ρίπαια όρη` και όσους κατοικούν πάνω από τα Άλπεια όρη (Άλπεις) ονομάζει Υπερβορέους. Ο Καλλίμαχος λέει πως αυτοί είναι οι Αριμασποί. Ο Δαμάστης στο ΄Περί εθνών’ (λέει) ότι πάνω από τους Σκύθες κατοικούν οι Ισσηδόνες και πάνω απ’ αυτούς οι Αριμασποί και πάνω από τους Αριμασπούς είναι τα Ρίπαια όρη, απ’ όπου πνέει ο βόρειος άνεμος και ποτέ από κει δε λείπει το χιόνι. Και πάνω από τα όρη αυτά, οι Υπερβόρειοι κατοικούν, στην άλλη θάλασσα». Ως άλλη θάλασσα να υπονοείται, άραγε, ο Ειρηνικός; Εκτός και αν οι Βυζαντινοί γνώριζαν –απίθανο φαίνεται- το Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό. Όσο για τον Δαμάστη ήταν από το Σίγειο της Αρχαίας Τρωάδας και υπήρξε σύγχρονος του Ηροδότου, ενώ ο Πρώταρχος ήταν Επικούρειος φιλόσοφος του 2ου αιώ. π.α.χ.χ.

Εν κατακλείδι και για να δούμε και την ηθική πλευρά του ζητήματος που μας απασχολεί και επειδή ο Καλλίμαχος, όπως διαβάσαμε, ταύτιζε τους Αριμασπούς με τους Υπερβορείους: ήταν καλοί ή κακοί οι Αριμασποί; Ορισμένοι τούς θεωρούν εξαιρετικά καλούς, πάντως! Όπως αναφέρει επίσης ο Στέφανος Βυζάντιος: «Ευεργέται, οι οποίοι, κατά Στράβωνα, λέγονται και Αριμασποί. Εκεί έφθασε με κακοκαιρία η Αργώ και εσώθη, γι’ αυτό και αυτοί ονομάστηκαν Ευεργέται». Ναι, αλλά ούτε οι πρόποδες των Άλπεων, όπου τοποθετεί ο Βυζάντιος τους Αριμασπούς, ούτε και η έρημος Γκόμπι (η άλλη και επικρατέστερη εκδοχή περί της τοποθεσίας των Αριμασπών) έχουν θάλασσα για να βρει αραξοβόλι η Αργώ, οπότε δύο τινά: ή η Αργώ ταξίδευε και στη στεριά, πράγμα που αφήνεται να εννοηθεί μέσα στα «Αργοναυτικά», ή οι Αριμασποί ήταν, όπως υποστηρίζω, εξαπλωμένοι σε πολλά μέρη και κάποιοι από αυτούς έμεναν κοντά στη Θάλασσα –Ειρηνικό ή Ερυθρά Θάλασσα / Περσικό κόλπο, όπως υπονοεί ο Αισχύλος. Ποιος ξέρει, βέβαια; Το μόνο που ξέρουμε στα σίγουρα είναι ότι ο Στέφανος Βυζάντιος ήταν λίγο αδύνατος στη Γεωγραφία.

Αρμένιοι – Αριμασποί

Επειδή συγκλίνω, λοιπόν, υπέρ της άποψης ότι οι Αριμασποί ήταν γένος, με πολλές φυλές, μήπως κάποιοι εξ αυτών ήταν και οι πρόγονοι των Αρμενίων; Αρίμα (Αριμάν) ή Αραμένιοι ή Αρμένιοι;…
Υπάρχουν στοιχεία που να συνδέουν τους Αριμασπούς με τους Αρμενίους ή και τους Έλληνες; Η Αρμενική Μυθολογία, ζωντανή ακόμη στις μνήμες του λαού αυτού, χάνεται στην αχλύ του χρόνου και η προέλευσή της είναι άγνωστη, όπως δέχεται επισήμως η επιστημονική κοινότητα.
Ο Αρ (που σημαίνει ήλιος) ήταν ο πρώτος και υπέρτατος Θεός των Αρμενίων. Και το γνωστό από τη Βίβλο όρος Αραράτ, όπου προσάραξε η κιβωτός του Νώε, μεταφράζεται ως «Αρ-αρ» (Θεός / Θεοί) + «ατ» > τμήμα, μέρος ή κομμάτι. Άρα, Αραράτ είναι ο «τόπος των Θεών» και ενδείξεις για το «αρμενικό» Αραράτ υπάρχουν ήδη από το 6.000 π.α.χ.χ., πολύ πριν τη «βιβλική χρονολόγηση» του Κατακλυσμού, δηλαδή.
Στην οροσειρά Γκεγαμά της Αρμενίας, έχουν βρεθεί σπηλαιογραφίες, με σύμβολα πιθανόν σχετιζόμενα με αστερισμούς. Άλλωστε, οι Αρμένιοι θεωρούσαν Θεούς τον Ήλιο, τη Σελήνη, το Γαλαξία και τους αστέρες, που επικοινωνούν με τους θνητούς μέσα από τα μετεωρικά φαινόμενα, όπως οι εκλείψεις ή η διέλευση κομητών.


Γύρω στην 5η χιλιετία, οι Αρμένιοι είχαν τοποθετήσει στα ορεινά μια σειρά από πέτρινους δράκοντες, μαζί με μορφές άλλων θηρίων (ορισμένα θυμίζουν Γρύπες), μαιάνδρους (!), σταυρούς και άλλα σύμβολα.
Παράλληλα, από πολύ νωρίς, οι Αρμένιοι επέδειξαν φοβερή ιππευτική ικανότητα. Η απεικόνιση ενός Αρμένιου ιππότη (βλ. φωτό) θυμίζει έντονα τους Γερμανούς ιππότες, αλλά και άλλους μεσαιωνικούς σιδερόφρακτους καβαλάρηδες της Δυτικής Ιστορίας! Κι όμως, η απεικόνιση αυτή είναι πολύ αρχαιότερη των Μεσαιωνικών χρόνων (τουλάχιστον κατά 7 αιώνες). 

Ξαναγυρίζουμε, όμως, το χρόνο προς τα πίσω, γιατί έχουμε αρκετά να πούμε ακόμα…
Μετά το 3.000 π.α.χ.χ, οι Αρμένιοι υιοθέτησαν εν μέρει τη ζωομορφική απεικόνιση των Θεών της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, ενώ κατά την Ελληνιστική περίοδο, επικράτησε ο ανθρωπομορφισμός στις απεικονίσεις των Θεών τους.
Πατέρας όλων των Θεών, δημιουργός του ουρανού και της γης για τους Αρμενίους, εκτός του υπέρτατου Αρ, ήταν και ο Αραμαζάντ, που εόρταζε στις 21 Μαΐου. Αραμαζάντ > Άχουρα Μάζδα, Ωρομάζης, ο Θεός του Καλού! Οι Ζωροαστριστές μετέτρεψαν τα των Αρμενίων σε δύο, από «ένα» που ήταν!
Η Θεά Νουνέ (Θεά της λογικής και της μητρότητας) είναι η… κουροτρόφος Αθηνά των Αρμενίων, που θυμίζει και την Ινάννα των Σουμερίων, κατά μία έννοια, αν και η Ινάννα διατηρεί την πολεμική δεινότητα της Αθηνάς περισσότερο. Πάντως, τα ονόματα είναι κοντά, όπως και το όνομα της Θεάς Νήιθ στην Αίγυπτο. Η Αθηνά, όπως και ο Απόλλων, ο Ζευς, η Αφροδίτη κ.ά. ήταν παγκόσμιοι Θεοί του ανθρώπου.
Οι Αρμένιοι, σύμφωνα με τον Στράβωνα, συνδέονται με δεσμούς αίματος με τους Έλληνες, αφού οφείλουν την καταγωγή τους στον Άρμενο, το σύντροφο του Ιάσονα στην Αργοναυτική Εκστρατεία, που προερχόταν από την πόλη… Αρμένιον, κοντά στη λίμνη Βοιηίδα, μεταξύ Φερών και Λάρισας. Ήταν, δηλαδή, Θεσσαλός! Και υπάρχουν μάλιστα σύγχρονες γενετικές έρευνες, που δείχνουν αυτή τη συγγένεια Θεσσαλών – Αρμενίων.
Το εξώνυμο (ξενική προφορά ονόματος) Αρμενία απαντάται, για πρώτη φορά, το 515 π.Χ., στην επιγραφή του Μπεχιστούν και αποδίδεται κατά το αρχαίο περσικό ιδίωμα ως Αρμίνα. Στα ελληνικά, το Αρμενία απαντάται καθαρά ως ενδώνυμο (ίδιον ιδίωμα) περίπου την ίδια εποχή, με πιθανή προέλευση ένα απόσπασμα που αποδίδεται στον Εκαταίο τον Μιλήσιο από τα 476 π.Χ. Βλέπουμε ότι οι ίδιοι οι Αρμένιοι κρατούσαν με καθαρότητα το όνομα του Άρμενου και άρα, δε μιλάμε για ιρανική ή άλλη της ελληνικής προέλευση, ότ,ι κι αν ισχυρίζονται κάποιοι γλωσσολόγοι ή εθνολόγοι. Βέβαια, ο Ηρόδοτος είχε διαφορετική άποψη από τον Στράβωνα και στα 440 π.Χ. έγραφε «Ἀρμένιοι δὲ κατά περ Φρύγες ἐσεσάχατο, ἐόντες Φρυγῶν ἄποικοι» δηλαδή «οι Αρμένιοι ήταν εξοπλισμένοι σαν τους Φρύγες, αφού ήταν άποικοι των Φρυγών». Και οι Φρύγες – Βρύγες (όταν ακόμα κατοικούσαν στη Βαλκανική και συγκεκριμένα στη Μακεδονία και τη Θράκη), όμως, έχουν ελληνικό – πελασγικό αίμα μέσα τους. Δεν μπορεί να ήταν διαφορετικά, αφού ο Οδυσσέας, ακόμη και ο Ορφέας, φορούσαν το λεγόμενο «φρυγικό σκούφο». Ούτε θα χρησιμοποιούσαν τη «φρυγική αρμονία» στη μουσική τους, αν δεν την ένιωθαν δική τους οι Έλληνες! Τη φρυγική καταγωγή των Αρμενίων υποστηρίζει και ο Εύδοξος ο Κνίδιος, όπως αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος.



Και μπορεί, μερικές δεκαετίες αργότερα, ο Ξενοφών, στην περιγραφή της εκστρατείας του κατά των Περσών («Κύρου παιδεία»), ενώ περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια τη ζωή των Αρμενίων χωρικών (που τους θεωρούσε Φρύγες, κατ’ ουσίαν) και τη φιλοξενία τους (ελληνικό έθος, καθαρά αυτό), να αναφέρει ότι μιλούσαν μια γλώσσα που στα δικά του αυτιά έμοιαζε με τη γλώσσα των Περσών, αλλά αυτό συνέβαινε επειδή η προφορά τους είχε «μηδίσει» λόγω της γειτνίασης. Το αποδεινύουν τα φωνήματα που συγκροτούσαν τον κώδικα της γλώσσας και που ήταν αρχαιότατα ελληνικά. Παράδειγμα φρυγικής πρότασης, που υποδεικνύει κοινή καταγωγή με την ελληνική, είναι η επιγραφή από τον τάφο του Μίδα, όπου ο βασιλιάς αναφέρεται ως lawagetas (λααγέτης > ηγέτης του λαού) και wanax (άναξ), λέξεις που είναι σαφώς ελληνικές και μ’ αυτόν ακριβώς τον προαναφερόμενο εδώ φωνητικό τύπο απαντώνται στα μυκηναϊκά κείμενα (Γραμμική Β΄).
Επίσης, πρωτεύουσα του φρυγικού βασιλείου ήταν το Γόρδιο, στη δεξιά όχθη του Σαγγάριου. Εκεί και ο περίφημος «γόρδιος δεσμός», που έκοψε με το σπαθί του ο Αλέξανδρος. Και δεν πήγε τυχαία εκεί, δεν του έτυχε στο δρόμο απλά, το έκανε ακριβώς επειδή γνώριζε, ως Έλλην Μακεδών, τις πανάρχαιες παραδόσεις που αποδείκνυαν την καταγωγή τόσο των Μακεδόνων, όσο και των Αρμενίων από την αρχική τους κοιτίδα, τη Θεσσαλία. Ο Μακηδών / Μακεδών, σύμφωνα με τον Ησίοδο, ήταν γιος του Διός και της Θυίας, της κόρης του Δευκαλίωνα (βασιλιά της Θεσσαλίας) και αδελφός του Μάγνητος (Μαγνησία, Βόλος). Άλλωστε, οι Αρμένιοι φορούσαν την περίφημη και διακριτή «θεσσαλική χλαμύδα», σύμφωνα με πολλές αρχαίες μαρτυρίες. Επιπλέον, ο ποταμός Αράξης της Αρμενίας έφερε την πρώτη ονομασία του ποταμού Πηνειού, ο οποίος ονομαζόταν Αράξης (σχίστης) σε αρχαιότατους χρόνους, όπως αναφέρει ο Στράβων, επειδή διαχώρισε / έσχισε (απάραξεν) την Όσσα από τον Όλυμπο και σχηματίστηκε έτσι η Κοιλάδα των Τεμπών.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που η Βίβλος συνέδεσε τη διάσωση του Νώε από τον Κατακλυσμό της με το όρος Αραράτ και, άρα, με τους εκ Θεσσαλίας και Δευκαλίωνος κατοικούντες εκεί Αρμενίους.
Έτσι, ο Μέγας Αλέξανδρος, κόβοντας με το σπαθί του τον γόρδιο δεσμό, δήλωσε ότι σκόπευε να κατακτήσει τα εδάφη, τις αχανείς εκτάσεις της Ασίας, όπου άλλοτε ανθούσε το ελληνικό στοιχείο και ο Πολιτισμός!
Σήμερα, επισήμως, οι πανεπιστημιακοί μάς λένε άλλα, βέβαια. Ότι οι Αρμένιοι κατάγονται από τους αρχαίους Χουρρίτες, οι οποίοι από την 3η χιλιετία π.α.χ.χ. δημιούργησαν αξιόλογους πολιτισμούς στα υψίπεδα που περιβάλλουν το Αραράτ. Εκείνο που δε μας λένε, όμως, είναι ότι η πύλη των λεόντων στην αρχαία Χαττούσα, την πρωτεύουσά των Χουρριτών (που δεν ήταν Σημίτες), είναι της ίδιας εικαστικής αντίληψης με την Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες.

Τα μυστικά του Μίνωα

Αναφερθήκαμε ήδη στις μάχες Αριμασπών – Γρυπών, όπως αυτές περιγράφονται από τον Αριστέα. Οι Γρύπες, θα πρέπει να το πούμε αυτό, είναι ένα από τα αγαπημένα θέματα στην Τέχνη όλων των εποχών, από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η πιο διάσημη απεικόνισή τους –και μία από τις αρχαιότερες στον Ελληνικό χώρο- είναι, ως γνωστόν, η παρουσία τους ένθεν και ένθεν του θρόνου του Μίνωα στην Κνωσό, που επισήμως θωρείται, όμως, έργο μεταγενέστερο, μυκηναϊκής εποχής. Αυτό, πάντως, δε σημαίνει ότι το έργο δε βασίστηκε στη μακραίωνη τοπική παράδοση…
Οι Μινωίτες είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι είχαν ιδρύσει πολλούς εμπορικούς σταθμούς, ανάμεσα σε άλλα μέρη και στη Φοινίκη, όπου είχαν μεταναστεύσει οι Σκύθες, που επίσης είχαν εμμονή με τους Γρύπες και τους απεικόνιζαν συχνά πυκνά. Αλλά δε θα δεχθούμε την επικρατούσα άποψη ότι… οι Σκύθες μετέδωσαν στους Μινωίτες το θρύλο –άλλωστε, οι Μινωίτες είναι σαφώς αρχαιότεροι- και θα επιμείνουμε πως οι Μινωίτες ήταν εκείνοι που τον γνώριζαν πρώτοι, και μάλιστα από άλλες πηγές. Ας μην ξεχνάμε ότι η θαλασσοκράτειρα Κρήτη αποτελούσε πόλο έλξης για πολλούς «μετανάστες», π.χ. οι Κάρες είχαν δημιουργήσει δική τους κοινότητα στη Μεγαλόνησο. Η απεικόνιση των Γρυπών στην τοιχογραφία του ανακτόρου της Κνωσού, αλλά και τα αρχαιολογικά ευρήματα μινωικών σφραγιδολίθων, υποδεικνύουν ότι τα παράξενα αυτά «ζώα» δεν παρέμειναν στα καθ’ ημάς απλοί φύλακες του χρυσού, αλλά προήχθησαν σε σύμβολα του ίδιου του βασιλικού αξιώματος.
Όμως, η αίθουσα του Θρόνου στην Κνωσό δεν παρουσιάζει μόνο αυτό το «παράδοξο»: τους Γρύπες. Το 2002, η Βρετανίδα αρχαιολόγος Lucy Goodison ανακάλυψε ότι, μέσα στην αίθουσα του Θρόνου, το φως του άστρου της ημέρας εισέρχεται από τη νότια εξώθυρα, περνά μέσα από τη βόρεια εσώθυρα και αγγίζει το θρόνο κατά το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, ενώ κατά την ημέρα του Θερινού Ηλιοστασίου, ο ήλιος εισέρχεται πάλι στο δωμάτιο από την απέναντι βορινή εξώθυρα και περνά μέσα από τη νότια εσώθυρα, αλλά αυτή τη φορά στοχεύει στη «λεκάνη των καθαρμών», που βρίσκεται απέναντι ακριβώς από το θρόνο.



Οι Κρήτες τοποθέτησαν, λοιπόν, το θρόνο του βασιλιά τους και τις πόρτες σε τέτοια αρχιτεκτονική διάταξη ώστε να βρίσκεται αυτή σε απόλυτη συμφωνία με τον ετήσιο κύκλο. Επίσης, με τον τρόπο αυτό, μας έδειξαν πιθανόν ποια ήταν η Πρωτοχρονιά τους και βεβαίως αυτή εντοπίζεται μάλλον στο χειμερινό ηλιοστάσιο, αφού τότε ο ήλιος «σημαδεύει» το θρόνο.
Όσο για τους δύο ιδιαίτερους Γρύπες (με το λοφίο του παγωνιού στο κεφάλι, μια καινοτομία που δεν ανευρίσκεται εκτός Ελλάδας στις παραστάσεις των Γρυπών!) ένθεν κακείθεν του θρόνου, είναι σαφές ότι ως κατεξοχήν ηλιακά «ζώα» (θα τα δούμε πιο κάτω αυτά), υποδέχονται ως «φύλακες» τον ήλιο και στο χειμερινό, αλλά και στο θερινό ηλιοστάσιο. Οι δύο Γρύπες «πατούν» επιπλέον σε δύο διπλά «Ε» και είναι γνωστή η σχέση του «Ε» με τους Δελφούς και τον Απόλλωνα, άρα και με τις δύο βασικές «τροπές»: τα ηλιοστάσια. Μιλάμε για μια καθαρά ηλιακή αντίληψη της Μινωικής εξουσίας, αλλά με βαθύτατο ελληνικό και διαχρονικό, όπως αποδεικνύεται σημαινόμενο. Άλλωστε, οι Κουρήτες – Κρήτες ήταν αυτοί που υπήρξαν οι πρώτοι ιερείς του Απόλλωνος στους Δελφούς –και οι κούροι είναι, βεβαίως, στοιχείο της απολλώνιας ιερής παράδοσης. Και αυτή όλη η ιεροτελεστία δεν ήταν κάτι που γινόταν μόνο προς χάριν του ίδιου του Μίνωα, δηλαδή του εκάστοτε βασιλιά (Μίνως ήταν μάλλον τίτλος, όπως και ο τίτλος του Φαραώ). Ο Μινωικός κόσμος δεν είχε «μυστικά» μεταξύ εξουσίας και λαού, αφού όλα ήταν ανοικτά και επίσης, ο θρόνος, σε αντίθεση με τους περισσότερους θρόνους γνωστών βασιλιάδων και Φαραώ βεβαίως, περιβάλλεται από πάγκο γύρω γύρω στην αίθουσα, που προσέφερε κάθισμα σε πολλούς ανθρώπους. Είναι πασιφανές ότι ποτέ στην Ελλάδα ένα άτομο δεν αποφάσιζε τα πάντα μόνο του.
Ας δούμε, όμως, περισσότερα περί Γρυπών εν γένει…

Γρύπες

Οι Αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν τα παράξενα αυτά «μυθικά ζώα» «Γρύπες» ή «Γρυπούς» (καμπυλώδεις ή γαμψώδεις, λόγω του ράμφους τους). Πολλοί γλωσσολόγοι, βέβαια, σημιτικού προσανατολισμού πάντα, θέλουν τη λέξη «Γρύπας» να είναι δάνειο από την ακκαδική λέξη «ka-ru-bu» > ιπτάμενο πλάσμα, που ενδεχομένως κρύβει και την προέλευση της ονομασίας των αγγελικών «χερουβείμ», που στα εβραϊκά είναι «keruv». Για το δεύτερο (σύνδεση ακκαδικής – εβραϊκής) συμφωνούμε, για το πρώτο όχι. Επειδή ακριβώς σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό στα ελληνικά το συγκεκριμένο διπλό (δυο συλλαβές) και όχι τριπλό (όπως το ακκαδικό) φώνημα. Άλλωστε, το ελληνικό «γ» απαντάται στις ανατολικές (και όχι μόνο) γλώσσες ως «γκ» ή «χ», αλλά όχι ως «κ». Τέλος, στην Ανατολή ο Γρύπας δεν ονομάζεται «ka-ru-bu», αλλά αποκαλείται με εντελώς διάφορες ονομασίες: simurgh, lamassu, huma… 
Ένας από τους αρχαίους συγγραφείς που αναφέρεται στους Γρύπες είναι ο Φιλόστρατος. Στο έργο του για τον Απολλώνιο τον Τυανέα, ο σοφός Απολλώνιος, έχοντας επισκεφθεί μεταξύ άλλων και τους Βραχμάνους στην Ινδία, συζητά με τον αρχηγό τους, που ονομαζόταν, όπως μας έχει παραδοθεί, Ιάρχας. Η κουβέντα, κάποια στιγμή, περιστρέφεται γύρω από τους Γρύπες και λέει τότε ο Ιάρχας. «‘Για το χρυσό που εξορύσσουν οι Γρύπες’ είπε ότι ‘είναι πέτρες με ψήγματα χρυσού εδώ κι εκεί σαν σπινθήρες, που το ζώο μπορεί και τις βγάζει χάρη στη δύναμη του ράμφους του. Τα θηρία αυτά υπάρχουν στην Ινδία’, είπε ‘και θεωρούνται ιερά για τον Ήλιο κι όταν εκεί (στην Ινδία) απεικονίζουν τον Ήλιο, τον βάζουν σε τέθριππο που το σέρνουν αυτά (τα θηρία / οι Γρύπες)».
Είναι γεγονός ότι εδώ αναφέρεται ρητώς η ύπαρξη των Γρυπών –και μάλιστα στην Ινδία, και θα δούμε πιο κάτω πώς «έφτασαν» εκεί οι Γρύπες, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς κατοικούσαν βορειότερα, σύμφωνα με τους σχετικούς θρύλους. Επιβεβαιώνεται, παράλληλα, η σχέση τους με το χρυσό, που αναφέρει ο Αριστέας, αλλά αποδεικνύεται και η κοινή παράδοση μεταξύ Κρήτης (+ της υπόλοιπης Ελλάδας) και Ινδίας, πράγμα που προϋποθέτει όχι απλά επαφή, αλλά και στενή σχέση και επικοινωνία από αρχαιοτάτων χρόνων. Μια σχέση που θα τη δούμε αμέσως! Όπως θα δούμε και ποιος επέδρασε σε ποιον: εμείς σ’ εκείνους ή οι Ινδοί σ’ εμάς;
Oι Γρύπες συνδέονται, λοιπόν, και με τον Διόνυσο –πώς θα μπορούσαν, άλλωστε, να μη συνδέονται, αφού και ο Διόνυσος μοιράζεται το Ιερό των Δελφών με τον Φοίβο, διαμένοντας εκείνος εκεί κατά τους χειμερινούς μήνες, όταν ο Απόλλων πηγαίνει στους Υπερβορείους. Οι Γρύπες, μάλιστα, είναι εκείνοι που οδηγούν το άρμα του Διονύσου στην εκστρατεία του στην Ινδική, και φροντίζουν να είναι πάντα γεμάτος κρασί ο κάνθαρος (το κύπελλο) του Θεού!
Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή του μύθου περί Γρυπών, αλλά και των εχθρών τους, που δεν είναι, όμως, οι Αριμασποί εδώ, αλλά οι Ινδοί! Ορισμένοι μάλιστα συγγραφείς δε μιλάνε καν για Γρύπες, αλλά για… μυρμήγκια συλλέκτες του χρυσού, από τα οποία οι Ινδοί κλέβουν το θησαυρό. Τον ίδιο ακριβώς θρύλο συναντούμε και σε κάποιες αρχαίες Σκυθικές φυλές. Μήπως δεν υπάρχουν και φτερωτά μυρμήγκια; Να επιστρέψουμε, όμως, και να παραμείνουμε στους Γρύπες, για να δούμε και κάποιες άλλες εκδοχές, που υποστηρίζουν την ινδική προέλευση των παράξενων αυτών ζώων.
Ο Κλαύδιος Αιλιανός (τέλη 2ου - αρχές 3ου αι. μ.Χ.) στο έργο του «Περί Ζώων Ιδιότητος» τοποθετεί τα μυθικά αυτά όντα στην περιοχή της Ινδίας: «Μαθαίνω πως το ινδικό ζώο γρύπας είναι τετράποδο ως ο λέων και πως έχει εξαιρετικά ισχυρά νύχια, που μοιάζουν με του λιονταριού. Είναι φτερωτό και αναφέρουν πως τα φτερά της ράχης του είναι μαύρα και του στήθους του ερυθρά. […] Τα μάτια του είναι σαν φωτιά. Φτιάχνει τη φωλιά του στα βουνά κι όταν έχει μεγαλώσει, είναι αδύνατον να συλληφθεί, οι νεοσσοί του όμως πιάνονται. Οι κάτοικοι της Βακτριανής, που είναι γείτονες των Ινδών, λένε πως οι Γρύπες εκεί είναι φύλακες του χρυσού, και λένε πως τον εξορύσσουν και φτιάχνουν μ’ αυτόν τις φωλιές τους και πως οι Ινδοί παίρνουν όσο χρυσάφι πέφτει απ’ αυτές. Οι Ινδοί, όμως, αρνούνται πως είναι φύλακες του εν λόγω χρυσού, γιατί οι Γρύπες δεν τον έχουν ανάγκη (κι αν αυτά λένε, εμένα μου φαίνονται αληθινά), και λένε πως οι ίδιοι έρχονται να μαζέψουν χρυσάφι, ενώ οι Γρύπες, που φοβούνται για τα μικρά τους, επιτίθενται στους εισβολείς».
Ο Κτησίας ο Κνίδιος, όμως, λέει ότι τα φτερά του γρύπα είναι λευκά, με μπλε απολήξεις. Πολύ λεπτομέρεια και παρατήρηση για ένα ον που δεν… υπήρχε! Ο Κτησίας, στα «Ινδικά» αναφέρεται στους Γρύπες και το χρυσό, και τοποθετεί τόσο τα ζώα, όσο και τη χρυσοφόρο περιοχή, στην Ινδία, αλλά δεν αναφέρεται στους Αριμασπούς.
Μάλλον, όμως, όσοι θεωρούν ως ενδημικούς τους ινδικούς Γρύπες έχουν λάθος. Σε άλλη περιοχή τούς τοποθετεί ο Αριστέας και όπως θα διαφανεί από την έρευνά μας, ο Αριστέας είναι εκείνος που είχε δίκιο.
Η προέλευση του μύθου των Γρυπών από την Ινδία στην παραπάνω περιγραφή του Αιλιανού Κλαύδιου έρχεται επίσης σε αντίθεση με τις μαρτυρίες του Αισχύλου (525-456 π.α.χ.χ.) και του Πλίνιου (23-79 μ.α.χ.χ.).
Οι νεότερες μαρτυρίες του Ρωμαίου ιστορικού Πλίνιου φαίνεται πως θεωρούν ως διάφορη την καταγωγή των Γρυπών και των Ιππογρυπών (γιατί υπήρχε και αυτό το «είδος», ένας συνδυασμός αετού όχι με λέοντα, αλλά με ίππο), και τοποθετεί τους Ιππόγρυπες στη Σκυθία και τους Γρύπες στην Αιθιοπία και όπως αναφέρει, πρόκειται για «Μυθικά πουλιά, που είναι το πουλί πήγασος, με κεφάλι αλόγου, και ο γρύπας, με αυτιά κι ένα φοβερό ράμφος. Το πρώτο λέγεται ότι βρίσκεται στη Σκυθία και το δεύτερο στην Αιθιοπία» (Πλίνιος, «Φυστική Ιστορία», X, XXXIII, XXI, LXX).
Ο Αθηναίος τραγικός ποιητής Αισχύλος, στο έργο του «Προμηθεύς Δεσμώτης» τοποθετεί, όπως προαναφέραμε, τους Γρύπες στην Αιθιοπία. Στο παρακάτω απόσπασμα, ο Προμηθέας συμβουλεύει την Ιώ από ποιες περιοχές να περάσει για να γλυτώσει από το διωγμό της Ήρας, αλλά και ποιους τόπους θα έπρεπε να αποφύγει: «Να φυλαχτείς κι απ’ άλλο θέαμα φοβερό, τους Γρύπες, τ’ αγριόσκυλα του Δία με τα κοφτερά ράμφη. Και κοντά στων μονόφθαλμων ιππέων το στρατό, των Αριμασπών, που κατοικούν γύρω στου Πλούτωνα,  του χρυσόρροου ποταμού, τις όχθες, μη σιμώσεις. Σε γη μακρινή θα φτάσεις, σε μαύρη φυλή, που στις πηγές κοντά του ήλιου κατοικεί, όπου και ο Αιθίοπας ποταμός βρίσκεται». (Αισχύλος, «Προμηθεύς Δεσμώτης», 803-810).

Όχι μόνο οι Αριμασποί, λοιπόν, που εδώ, στον Αισχύλο είναι… μαύροι, αλλά και οι Γρύπες παρατηρείται ότι εκτείνονται σε διαφορετικές περιοχές της γης! Κατά την επικρατέστερη άποψη, πάντως, μένουν συνήθως μέσα σε μια έρημο (μάλλον την Γκόμπι), εκεί που υπάρχει και ο χρυσός. Οπότε, τις φωλιές τους θα πρέπει να τις έχτιζαν μάλλον στα παρακείμενα της ερήμου Αλταία Όρη, που στα μογγολικά και τα τουρκικά σημαίνει «Χρυσό βουνό». Εκεί, κάθε 3 – 4 χρόνια, πάνε 1.000 με 2.000 Ινδοί άνδρες και φεύγουν πίσω με σακιά από χρυσό, αφού τον εξορύσσουν μέσα σε αφέγγαρες νυχτιές, κρατώντας τσίλιες. Κι όταν πετυχαίνουν φωλιές Γρυπών, πιάνουν και τα μικρά τους. Αν, όμως, τους ανακαλύψουν, είναι χαμένοι. Να, λοιπόν, πώς βρέθηκαν οι Γρύπες και στην Ινδία! Μήπως, η συχνότατη απεικόνισή τους ως υποζυγίων –και ειδικά σε μινωικούς και μυκηναϊκούς σφραγιδόλιθους και δακτυλίδια- δεν είναι, τελικά, και τόσο φανταστική; Ερώτημα χωρίς απάντηση…
Στους Γρύπες αναφέρεται και ο Ρωμαίος Σολίνος, ενώ ο Αισχύλος πάλι, ο βαθιά μυημένος τραγικός ποιητής μας και προερχόμενος από τους Ευμολπίδες της Ελευσίνας, θέλει τους Γρύπες «κύνες του Διός» (άρα τούς θεωρεί και αυτός υπάρχοντες), ο Νόννος στα «Διονυσιακά» του τους αναφέρει ως ζώα της Νεμέσεως (άρα επίκουρους της Δικαιοσύνης και τιμωρούς), ενώ η Υπερβόρεια παράδοση τούς συνδέει με τον Απόλλωνα, αφού εκείνοι σέρνουν την άμαξα του Θεού κατά το ταξίδι του στην Υπερβορέα κάθε χειμώνα, όπως μας λέει ένας μύθος, που βεβαίως ταυτίζεται με την παράδοση των Ινδών περί του άρματος του Ηλίου, το οποίο σέρνουν Γρύπες. Ως ηλιακός συνοδός, λοιπόν, ο γρύπας είναι λογικό να σχετίζεται και με το χρυσό, το κατεξοχήν μέταλλο του Ηλίου και των Θεών.



Περισσότερα, όμως, περί των παράδοξων αυτών «τεράτων», αλλά και άλλων γοητευτικών πανάρχαιων πρωταγωνιστών του Αριστέα και των «επών» του: Ισσηδόνων, Κιμμερίων… Σαυροματών (εχόντων μάτια σαύρας!) κ.λ.π. θα δούμε στην αμέσως επόμενη ενότητα, όπου θα διερευνήσουμε ακόμη τη σχέση Αριμασπών και Τουρκομογγολικής φυλής!

ΜΟΝΟΦΘΑΛΜΟΙ ΑΡΙΜΑΣΠΟΙ

ΟΙ ΧΡΥΣΟΘΗΡΕΣ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
ΚΑΙ Η ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΕΧΘΡΑ ΤΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΦΡΟΥΡΩΝ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ ΓΡΥΠΩΝ
ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΗΜΩΝ

Οι Γρύπες στην Τέχνη



Η αρχαιολογική έρευνα έχει φέρει στο φως λαμπρά έργα της Ελληνικής Τέχνης (παραστάσεις σε αγγεία, ανάγλυφα, μωσαϊκά, νομίσματα κ.λ.π.), που αποδεικνύουν ότι οι Γρύπες ήταν ένα πολύ αγαπητό και διαχρονικό θέμα των Ελλήνων καλλιτεχνών. Στην Αρχαία Ελλάδα, ο Γρύπας συνδέεται τόσο με τη Θεά Αθηνά –κυρίως ως «μέρος» της περικεφαλαίας της σε κάποια αγάλματά της- όσο και, κυρίως, με τη λατρεία του Απόλλωνα, του οποίου εθεωρείτο μάλιστα ιερό ζώο. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα στο χώρο των Δελφών, όπου ανακαλύφθηκαν χρυσά ελάσματα με παράσταση Γρύπα, τα οποία προέρχονται πιθανότατα από επιστήθιο κόσμημα του χρυσελεφάντινου αγάλματος του Θεού Φοίβου. Επίσης, σε νομίσματα, αγγεία και ψηφιδωτά δάπεδα διαφόρων πόλεων (Άβδηρα, Ερέτρια, Κάμειρος, Κόρινθος, Κύζικος, Μίλητος κ.ά.), όπου λατρευόταν ιδιαίτερα ο Απόλλων, οι Γρύπες εμφανίζονται συχνότατα.



Ο γρύπας συνδέθηκε ακόμη με τους Ορφικούς και με τον ίδιο τον Ορφέα –ειδικά, κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, όπου ο Ορφέας, δίκην συγκρητισμού, ταυτίστηκε με τον Μίθρα- ενώ, σύμφωνα με τους θρύλους που επεκράτησαν αυτή την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας, δύο γρύπες «έσερναν» και το άρμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο φανταστικό –εννοείται- ταξίδι του στον ουρανό, το οποίο υπήρξε επινόηση του λεγομένου Ψευδο-Καλλισθένη. 



Ο Γρύπας, όμως, ως ένα κατεξοχήν βασιλικό και θεϊκό σύμβολο, διατηρήθηκε και από τους χριστιανούς, συνδεόμενος με τον Χριστό ως… «Λόγο». Ο γρύπας βρήκε, λοιπόν, έτσι τον τρόπο να γλιτώσει από τον ιστορικό αφανισμό του θρύλου του…
Ως προς την Τέχνη τώρα, ο ελληνικός γρύπας, ένας συνδυασμός πτηνού και τετράποδου θηλαστικού, πρωτοεμφανίζεται εικαστικά, όπως είπαμε στην πρώτη ενότητα, κατά την Κρητομινωική περίοδο, αλλά τον βρίσκουμε και στην Πύλο και στην Ομηρική Άνθεια της Μεσσηνίας. Οι Γρύπες των Μινωιτών και οι ιππογρύπες της Άνθειας (εδώ το σώμα δεν είναι λέοντος, αλλά ίππου) είναι πολύ διαφορετικοί από τις μετέπειτα απεικονίσεις τους στην Αρχαϊκή, αλλά και την Κλασική περίοδο, που ακολοθούν έναν νέο τύπο γρύπα, ταυτόσημο με αυτόν που εμφανίζεται στη Μέση Ανατολή κατά τον 8ο αιώνα π.α.χ.χ.



Οι Γρύπες μισούσαν τα άλογα –ακόμη και οι λεγόμενοι ιππόγρυπες! Και ο λόγος ήταν ο εξής: Επειδή ακριβώς οι Αριμασποί ήταν δεινοί ιππείς, φαίνεται πως η αδιάκοπη αυτή έχθρα μεταξύ τους είχε επεκταθεί στη σχέση των Γρυπών και με τους ίππους.
Οι θρυλικές αυτές μάχες μεταξύ Αριμασπών και Γρυπών απεικονίζονται συχνά και στα περίφημα αγγεία από το αρχαίο Παντικάπαιο, τη σημερινή Κριμαία.




Οι παλαιότεροι Γρύπες είχαν ανοικτό ράμφος, χαίτη και κέρας, ενώ στην Κλασική περίοδο διαμορφώνεται ο τύπος με τη ρεαλιστική απόδοση των χαρακτηριστικών αετού – λέοντα. Υπάρχουν περιπτώσεις, που ο γρύπας φέρει ουρά δράκοντος. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αττικά αγγεία της λεγομένης τεχνοτροπίας του Κερτς (κυρίως 4ος αιώ. μ.α.χ.χ.) στην Κριμαία, όπου οι Γρύπες εμφανίζονται μαζί με Αμαζόνες, Απόλλωνα και Διόνυσο.
Ο μύθος των Γρυπών είναι στενά συνδεδεμένος με τη Σκυθική Μυθολογία όπου αντιπροσωπεύουν το χθόνιο στοιχείο (A. Gourov, 2008). Εξαιρετικά διαδεδομένη είναι, λοιπόν, η απεικόνιση των Γρυπών και από τους Σκύθες, στους οποίους συμβολοποιούν τον Κάτω Κόσμο. Αυτό, τουλάχιστον, λέγεται επισήμως –και βολεύει- αφού αυτόματα η μάχη μεταξύ Αριμασπών και Γρυπών μετατρέπεται στη συμβολική μάχη της ψυχής απέναντι στα εμπόδια κατά την ανέλιξή της ως την «κατάκτηση του χρυσού», δηλαδή ως τη θέωση, οπότε η πιθανή ύπαρξη αμφοτέρων, Αριμασπών και Γρυπών, παύει να υφίσταται (και να ενοχλεί) ως ιστορικό αίνιγμα.
Οι Γρύπες κατοικούσαν, όπως είπαμε, ανάμεσα στους Αριμασπούς και τους Υπερβορείους. Σε πιο ύστερους χρόνους, ο θρύλος τους αλλάζει και φέρονται ως οι φύλακες του χρυσού της Ινδίας, αφού οι Ινδοί τούς οικειοποιήθηκαν, όπως είδαμε και στην πρώτη ενότητα.
Αλλά και στο πανάρχαιο Ελάμ (Μεσοποταμία) και στα Σούσα, βρέθηκαν κυλινδρικές σφραγίδες από αιματίτη με παραστάσεις Γρυπών του 3.000 π.α.χ.χ., ενώ στην Ιερακόπολη (Νεκχέμ) της Αιγύπτου, την πόλη του ιεροκόμορφου Ώρου, βρέθηκε μία πινακίδα, που χρονολογήθηκε μεταξύ 3.300 – 3.100 π.α.χ.χ. και στην οποία απεικονίζεται, ανάμεσα σε άλλα ζώα, και ένας γρύπας.
Παραστάσεις Γρυπών έχουμε επίσης πολλές από τη Μέση Εποχή του Χαλκού (1.900 – 1.500 π.α.χ.χ.) και στη Φοινίκη, ενώ, εκτός από τους Μινωικούς / Μυκηναϊκούς Γρύπες, γλυπτούς Γρύπες έχουμε αργότερα (7ος αιώ. π.α.χ.χ.) και στην Ολυμπία, αλλά και στην Περσέπολη (6ος αιώ. π.α.χ.χ.).
Στην Πίζα της Ιταλίας, στον καθεδρικό ναό Il Duommo Di Santa Maria Assunta, υπάρχει ένα επιβλητικό ορειχάλκινο άγαλμα  ενός Griffin (έχει «επιβληθεί», σε αυτόν τον μεταχριστιανικό πλέον και δει «γοτθικό» χωρόχρονο, να αποκαλούμε έτσι τους «μεταλλαγμένους» πλέον Γρύπες), και το αξιοπερίεργο είναι ότι αποτελεί ισλαμικό αριστούργημα του 1.100 μ.α.χ.χ. Έχει ύψος 1.07 μέτρα και θεωρείται το ομορφότερο γλυπτό της… ισλαμικής τέχνης, που συνήθως είναι ανεικονική! Κι όμως, στην περίπτωση του Γρύπα, οι Άραβες έκαναν μια εξαίρεση!



Τα καθολικά χριστιανικά βασίλεια του Μεσαίωνα και ο κλήρος χρησιμοποίησαν τους Griffin ακόμα και ως μέτρο ενάντια στο… διαζύγιο, σκαρφιζόμενοι ψεύτικους θρύλους όπως ότι οι Griffin, όταν χάνουν τον / τη σύντροφό τους, ζούνε την υπόλοιπη ζωή τους μόνοι, και αυτό το κήρυτταν ώστε να δώσουν κίνητρο στους ανθρώπους να μην ξαναπαντρεύονται σε περίπτωση απωλείας του / της συζύγου. Μάλιστα, οι «φωτισμένοι» εκείνοι μεσαιωνικοί ιεράρχες έφταναν στο σημείο τα «εξωτικά» κέρατα της αντιλόπης να τα πωλούν για… νύχια Griffin, το ίδιο και τα αυγά στρουθοκαμήλου να τα παρουσιάζουν ως αυγά γρυπών! Θεωρούνταν μάλιστα άκρως τυχερά και θεραπευτικά αυτά τα «ευλογημένα» φυλαχτά. Σε πολλούς χριστιανικούς ναούς του ρωμανικού ρυθμού, αλλά και του γοτθικού, συναντούμε Griffin και όχι Gargoyle: μυθικά (;) ζώα ως υδροροές σε ναούς ή άλλα κτίρια, χαρακτηριστικά στην Παναγία των Παρισίων.



Γρύπες και Αριμασποί στους λαούς του κόσμου

Μια και αναφερθήκαμε στον αραβικό γλυπτό Γρύπα πιο πάνω, ας το δούμε από λίγο πιο κοντά το θέμα… Αλήθεια, υπάρχει θρύλος περί Γρυπών στους Άραβες; Όχι μόνο υπάρχει, αλλά κυκλοφορεί και η φήμη πως τα «Αριμάσπεια» -έχοντας υποστεί αλλοιώσεις, βέβαια, λόγω Ισλάμ- έχουν διασωθεί σε κάποιο αραβικό χειρόγραφο, ίσως και σε περσικό, αφού μια ανάλογη ιστορία, περί Αριμασπών όμως μόνο, αφορά στον Κύρο τον Β΄, τον πρεσβύτερο, τον γνωστό και σ’ εμάς βασιλιά της Περσίας, όπως θα δούμε πιο κάτω. Και μπορεί την ύπαρξη αυτή ενός τέτοιου αραβικού χειρογράφου, να επικαλέστηκε «μυθιστορηματικά» ο αείμνηστος συγγραφέας και συνεργάτης στη σύνταξη της εγκυκλοπαίδειας «Ήλιος» Δημήτρης Σαραντάκος,  που έγραψε τα σημερινά δικά του "Έπη των Αριμασπών" (Βιβλιοπέλαγος, 2004) και να αναίρεσε στη συνέχεια την ύπαρξη του χειρογράφου –χαρακτηρίζοντάς το ως δικό του λογοτεχνικό επινόημα- αλλά άφησε, όμως, την αίσθηση να πλανάται πως κάτι υπήρχε πραγματικά, κάτι που δεν το αποκάλυψε ο ίδιος ποτέ. Ο κάθε συγγραφέας, άλλωστε, έχει τα μυστικά του και τις κρυφές πηγές του.
Παρά την άρνηση της πραγματικότητας του «χειρογράφου», υπάρχουν στοιχεία που, αντιθέτως, συνηγορούν υπέρ της ύπαρξής του! Ας δούμε, λοιπόν, κάποια πράγματα που είναι γνωστά και αποδεδειγμένως υπαρκτά ως ιστορίες και θρύλοι. Το δεύτερο ταξίδι του Σεβάχ του Θαλασσινού μοιάζει τρομερά μ’ αυτά που λένε ο Ηρόδοτος και ο Αριστέας για τους Αριμασπούς και για τις θρυλικές μάχες τους με τους Γρύπες. Με μόνη τη διαφορά ότι στις ιστορίες του Σεβάχ υπεισέρχεται και η προσωπική του περιπέτεια, δηλαδή η τολμηρή απόδρασή του από την περιοχή των «τεράτων». Στο τέλος, ο ήρωας φθάνει, φυσικά, σε ένα ειδυλλιακό μέρος, όπου τον καλοϋποδέχονται και τον φιλοξενούν με αβρότητα κάποιοι ευγενείς κάτοικοι, οι… Υπερβόρειοι, προφανώς!
Στο βιβλίο των πανεπιστημιακών David Blanks & Michael Frassetto «Western views of Islam in Medieval and Early Modern Europe» (Δυτικές όψεις του Ισλάμ, στη Μεσαιωνική και Πρώιμη Νεώτερη Ευρώπη), βρίσκουμε κάποια αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία: Οι Αριμασποί, περιγραφόμενοι επίσης και από τον Πλίνιο, αναφέρονται στις αραβικές πηγές. Ο Al-Qazwini (13ος αιώνας) μιλάει για τους νανοειδείς Αριμασπούς (που είναι μόλις ένα cubit ψηλοί > 45,72 εκ.) –ούτε μισό μέτρο καν!- τους μονόφθαλμους μαχητές των Γρυπών, αν και επιμένει –συμφωνώντας με τον Αισχύλο- ότι δε μένουν βόρεια, αλλά νότια και συγκεκριμένα, στη Ζανζιβάρη στην Αφρική! Πυγμαίοι; Μάλλον! Αφού είναι νανοειδείς… Αλλού, όμως, περιγράφονται με εντελώς διαφορετικό τρόπο οι Αριμασποί και κατοικούν σε εντελώς διάφορες περιοχές, οπότε ενισχύεται σιγά σιγά η άποψη ότι θα πρέπει να ήταν γένος, έχον πολλές φυλές και εξαπλωμένο σε πολλά μέρη!
Ο προαναφερόμενος Κύρος, πάντως, έψαχνε για τους Αριμασπούς και όπως αναφέρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης: «Ο Κύρος… καθώς είχε εμπλακεί σε μια εκστρατεία στην έρημο και οι προμήθειες κόντευαν να τελειώσουν, διέτρεξε τεράστιο κίνδυνο, αφού εξαιτίας της έλλειψης φαγητού, οι στρατιώτες παραλίγο να φάνε ο ένας τον άλλον. Τότε, εμφανίστηκαν οι Αριμασποί, μεταφέροντας 30.000 κάρα, φορτωμένα με προμήθειες».
Δεν ξέρουμε πότε μπορεί να είχε γίνει αυτή η εκστρατεία, ίσως, όμως, σχετίζεται με την πληροφορία που μας δίνει ο Αρριανός ότι ο Κύρος ήθελε να εισβάλει στην Ινδία, αλλά η προσπάθειά του αυτή απέτυχε. Σημειώνω απλά ότι οι Πέρσες πάντα εποφθαλμιούσαν την Ελλάδα και την Ινδία, που είχε δεχθεί την επίδραση των λευκών ελληνογενών Αρίων (Ρίσι), που σε πολύ αρχαίες εποχές κατοικούσαν στη Μεσοποταμία και πιο πέρα ακόμα. Μήπως γι’ αυτό τους «βοήθησαν» οι Αριμασποί;
Αλλά και ο Μάρκο Πόλο αναφέρεται στους Αριμασπούς και λέει ότι απομακρυσμένες περιοχές της Ασίας κατοικούνταν από ξωτικά και από μονόφθαλμους Αριμασπούς και Γρύπες! Πιο συγκεκριμένα, ανάμεσα στις πλήθος άλλες εξωτικές περιγραφές από τα ταξίδια του Μάρκο Πόλο, εμφανίζεται και η ιστορία κατά την οποία ο περιηγητής και η συνοδεία του βρίσκονται κάποια στιγμή σε μια χώρα, την «Αριμάσπια», που κατοικούνταν από Κύκλωπες!
 Υπάρχουν κι εκείνοι που συνδέουν το Ελ Ντοράντο με τους Αριμασπούς και τους Γρύπες και θεωρούν ότι πιθανόν αυτή την ανάμνηση για τη συγκεκριμένη παράδοση την είχαν φέρει μαζί τους οι λεγόμενοι Προκολομβιανοί λαοί της Αμερικής, όταν πρωτομετανάστευσαν από την Ασία στην Αμερικανική Ήπειρο. Μια ανάμνηση που μετετράπη με τις χιλιετίες σε θρύλο τοπικό και αμερικανικό. Δε συμφωνώ, προσωπικά, με αυτή την άποψη.
Μια αραβική πηγή αναφέρει ότι οι Αριμασποί έκλεβαν το χρυσό των Γρυπών, που οι Γρύπες τον μάζευαν για να φτιάχνουν τις φωλιές τους. 


Οι Αριμασποί είχαν, όμως, άλλη άποψη και ήθελαν το χρυσό για να φτιάχνουν κοσμήματα για τα μαλλιά τους! Όσο για τους Γρύπες, εμφανίζονται και στην ιστορία που τιτλοφορείται ως «Ο Χασάν του ελ-Μπάσρα» και είναι μέρος του γνωστού κύκλου ιστοριών «Αραβικές Νύχτες».
Σύμφωνα με τις απόψεις κάποιων άλλων «ειδικών», οι Σκύθες και οι Αριμασποί, μαζί και κάποιοι άλλοι, Ανδροφάγοι (Κανίβαλοι) και Μελάγχλαινοι (με μαύρη χλαίνη) λεγόμενοι -ναι, όλοι αυτοί οι «ευγενείς και φιλάνθρωποι» λαοί, που αποδεικνύονταν συχνά πολύ εχθρικοί και καταστροφικοί απέναντι στους Έλληνες, μηδέ του παρόντος χρόνου εξαιρουμένου- δεν ήταν απλά νομάδες, αφού υπήρχαν από αρχαιοτάτων χρόνων στοιχεία «Πολιτισμού» στις κοινωνίες τους. Κυρίως, είχαν αναπτύξει τη μουσική. Κατασκεύαζαν φλογέρες από κόκκαλα αετού, αλλά και έγχορδα όργανα σαν την κιθάρα, μας λένε οι «ειδικοί». Ή άλλοις λόγοις: όταν θέλουμε να χρυσώσουμε το χάπι περί των… βαρβάρων, προτιμάμε να το κάνουμε μετά μουσικής!
Πάντως, η εχθρότητα όλων αυτών των λαών εναντίον μας καταδεικνύεται και από τον Λιβάνιο, που καθώς θρηνεί για το θάνατο του Ιουλιανού, αναφέρει τη χαρά που θα έπαιρναν με το χαμό του φιλοσόφου αυτοκράτορα οι Σαρμάτες, οι Σαυρομάτες, οι Σκύθες, οι Γέτες κ.ά.
Επιστρέφουμε, όμως, σε πολύ πρωιμότερες εποχές και λέμε ότι οι πανάρχαιες παραδόσεις των λαών της Υπερκαυκασίας αναφέρουν ότι τα πιο λαμπερά και εντυπωσιακά σμαράγδια βρίσκονται, μαζί με πολύ χρυσό και άλλα πετράδια, σε μια περιοχή υπό την κυριαρχία των Γρυπών, οπότε πρόκειται για μια περιοχή μη προσβάσιμη. Οι Αριμασποί, που έχουν ένα μόνο μάτι στο κέντρο του μετώπου –άρα, είναι γνωστοί και στις παραδόσεις αυτές!- δίνουν μάχες με τους Γρύπες και τους αρπάζουν τους λίθους και το χρυσό, θησαυρούς που οι Αριμασποί –ένας εξαιρετικά άπληστος λαός- συσσωρεύουν σε μέρη κρυφά, που μόνο εκείνοι γνωρίζουν. Ο Πλίνιος μιλά ακριβώς γι’ αυτή την απληστία των Αριμασπών, αλλά τη συγκρίνει με την επίσης μεγάλη απληστία που διακρίνει και τους Γρύπες.
Τώρα, γιατί μας ενδιαφέρει ειδικά το σμαράγδι, το οποίο τονίζουν στους θρύλους τους οι αρχαίοι λαοί της Υπερκαυκασίας; Έχει τη σημασία του για το θέμα μας, θα το δούμε εντός ολίγου…
Παραμένουμε στο πολύτιμο μέταλλο επί του παρόντος.
Πολλοί αρχαίοι λαοί θεωρούσαν το Βορρά ως την περιοχή του χρυσού. «Εκεί, οι Γρύπες φυλάσσουν τα χρυσοφόρα κοιλώματα των Αριμάσπειων Ορέων. Εκεί, από το στενό πέρασμα του Καυκάσου και κατά μήκος των Γορδίων Ορέων (άρα, Αρμενία - Γόρδιον), ο χρυσός εξορύσσεται από βάρβαρες φυλές», μας λέει ο Πλίνιος στη σχετική αναφορά του. Ο Βορράς θεωρείται ως ο πιο πλούσιος σε ορυχεία χρυσού τόπος και συγκεκριμένα, η Βόρεια Ασία και τα Αλταία Όρη.
Όσο για τους Αριμασπούς, περί μονόφθαλμων λαών παραδόσεις έχουν και οι Ρώσοι, οι οποίοι γνωρίζουν και τους Ισσηδόνες. Θα πρέπει να ταυτίζονται, βέβαια, με τους Αριμασπούς αυτοί οι περίεργοι μονόφθαλμοι κάτοικοι, που κατοικούσαν βορειότερα από όλους τους άλλους, σύμφωνα με τους Ρώσους, ενώ οι λαοί της περιοχής (Σιβηρία κ.λ.π.) έχουν και έναν άλλο θρύλο, σύμφωνα με τον οποίο και οι Αμαζόνες πολεμούσαν με τους Γρύπες. Και οι Αμαζόνες συγκρούστηκαν επανειλημμένα με τους Έλληνες ήρωες, τον Θησέα, τον Ηρακλή κ.ά.
Στις Γραφές του Γετικού Χριστιανισμού (Γέτες: θρακικό φύλο, που ζούσε στη σημερινή Βουλγαρία & Ρουμανία) βρίσκουμε κάποιες περίεργες αναφορές, αφού αφορούν στον Γιο του Φωτός, τον Σάρμις / Μίτρα (Μίθρα), που φορά τον χαρακτηριστικό παραδοσιακό Αριμάσπειο / Γετικό σκούφο (δηλαδή, τον λεγόμενο φρυγικό σκούφο) και οδηγεί ένα τέθριππο άρμα στον ουρανό, με τα δυνατά άλογά του. Εκτός, όμως, από το «σκούφο», υπάρχει και η λεγόμενη –και σχεδόν άγνωστη σήμερα- Αριμάσπεια ταινία (κορδέλα). Έχουμε καμιά απόδειξη για όλα αυτά ότι υπήρχαν αυτά (σκούφος & ταινία) ως πραγματικά αντικείμενα; Έχουμε!

Ήταν μονόφθαλμοι οι Αριμασποί;

Το σμαράγδι είναι ένας φωτεινός πράσινος λίθος, που διαθέτει πολλές ποικιλίες, εκ των οποίων η πλέον πολύτιμη είναι η λεγόμενη «σκυθική» (άρα, κοντινή με την περιοχή των Αριμασπών). Αμέσως μετά, έρχεται σε πολυτιμότητα η «βακτριανή» ποικιλία (κι αυτή «κοντινή» περιοχή) και τρίτη κατά σειράν είναι η «αιγυπτιακή» (Αφρικανοί Αριμασποί εδώ, σχετιζόμενοι ίσως με τους μυθικούς «Θησαυρούς του Σολομώντα»;), που συμβολίζει τις πράσινες ψυχές, δηλαδή αυτές που από τη φύση τους είναι «πιστές», ευλαβικές.
 Ο αυτοκράτορας του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους Γρατιανός, γιος του Ουαλεντινιανού Α΄, που κυβέρνησε μεταξύ 375 – 383 μ.α.χ.χ., εμφανίζεται σε νομίσματα της εποχής να φορά στο κεφάλι τη λεγόμενη Αριμάσπεια ταινία (κορδέλα), με εμφανές το πετράδι (πιθανόν, λοιπόν, σμαράγδι), προσαρμοσμένο πάνω στην ταινία αυτή στο μέτωπο, όπως το φορούσαν, δηλαδή, οι ιερείς των Γετών! 



Μια εκδοχή, λοιπόν, για το περίφημο μάτι στο μέτωπο των Αριμασπών –και μάλιστα με ιστορική απόδειξη- είναι αυτή: η ταινία με το σμαράγδι, το λαμπερό «μάτι» στη μέση του μετώπου. Να είναι, όμως, αυτό όλο κι όλο το «μυστικό» περί μονοφθαλμίας των Αριμασπών; Ας μη βιαζόμαστε. Θα δούμε κι άλλες πλευρές του ζητήματος.
Ας μην ξεχνάμε ότι, σε πολλούς λαούς, υπάρχει κάτι σαν φετίχ σε σχέση με τη μονοφθαλμία. Ο Ώρος στην Αίγυπτο π.χ. έχει ένα μάτι –αυτό ακριβώς το μάτι («Αριμάσπειο», άραγε, μάτι, από τους Αφρικανούς Αριμασπούς του Αισχύλου;) λέγεται ότι πήραν ως μοντέλο οι Ιλλουμινάτοι, το οποίο τοποθέτησαν στην κορυφή κόλουρης πυραμίδας και το κατέστησαν σύμβολό τους. Αν και έχει βρεθεί στο Εκουαδόρ μια πανομοιότυπη με τη δική τους πυραμίδα, και μάλιστα με… μάτι! Άρα και οι Προκολομβιανοί Αμερικανοί είχαν παρόμοιες παραδόσεις περί μονοφθαλμίας.
Ούτε και οι βορειοευρωπαϊκές παραδόσεις εξαιρούνται, βεβαίως. Ο Οντίν δίνει το ένα του μάτι για να αποκτήσει τη γνώση. Αλλά επιμένω… Ήταν συμβολικό μόνο όλο αυτό το «αφήγημα» ή έκρυβε και κάποια φυσική αλήθεια;
Υπάρχουν «Κύκλωπες» (μονόφθαλμοι) σήμερα; Υπάρχουν!

Το φαινόμενο της Κυκλωπίας

Στην Ιατρική επιστήμη δεν είναι άγνωστο το φαινόμενο της Κυκλωπίας. Η Κυκλωπία (επίσης, αναφερόμενη ως Κυκλοκεφαλία ή Συνοφθαλμία) είναι μια σπάνια μορφή Ολοπροσεγκεφαλίας και αποτελεί μια εκ γενετής διαταραχή, κατά την οποία το προσεγκεφαλικό (εμπρόσθιο) τμήμα του εγκεφάλου του εμβρύου δεν επιτυγχάνει να διαχωρίσει σε δύο τις οφθαλμικές κοιλότητες, ενώ συχνά έχουμε, ούτως ή άλλως, μόνο έναν εγκεφαλικό λοβό και όχι δύο (τα λεγόμενα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου). Το έμβρυο έχει, λοιπόν, έναν μόνο οπτικό και έναν οσφρητικό λοβό (ή και κανένα), γι’ αυτό συχνά από τα έμβρυα αυτά λείπει η μύτη. Οι επιστήμονες αποδίδουν το φαινόμενο στη χρήση φαρμάκων επικίνδυνων κατά τη διάρκεια της κύησης ή στην έκθεση σε ραδιενέργεια.



Αλήθεια, πού τα βρήκε τα «επικίνδυνα φάρμακα»  -πόσο μάλλον τη ραδιενέργεια!- η έγκυος από την πόλη Ελ Σεμπελαγουέν της Αιγύπτου, που τον Οκτώβριο του 2015 γέννησε ένα μωρό με Κυκλωπία; Η Ελ Σεμπελαγουέν είναι μια σύγχρονη πόλη, με πολύ καλούς γιατρούς, που δε θα εξέθεταν μία έγκυο σε επικίνδυνες ουσίες, π.χ. στον… ελλέβορο, που οι επιστήμονες καταδεικνύουν ως υπεύθυνο για τέτοιες μεταλλάξεις στα έμβρυα! Ο ελλέβορος, γνωστός από την αρχαιότητα επειδή οι ρήτορες και κάποιοι φιλόσοφοι τον χρησιμοποιούσαν σε μικροποσότητες για να τονώσουν τη μνήμη τους, είναι δηλητηριώδες φυτό, που μπορεί να επιφέρει ακόμα και το θάνατο.



Επιστρέφοντας στην Κυκλωπία, θα πούμε ότι αρκετά «κυκλωπάκια» υπάρχουν συντηρημένα σε ιατρικά μουσεία, όπως στο Μουσείο Vrolik του Άμστερνταμ, στο Ιατρικό Κολλέγιο Trivandrum).
Το φαινόμενο των εμβρύων με Κυκλωπία παρουσιάζεται σε αριθμούς: 1 στα 16.000 ζώα, που γεννιούνται και 1 στα… 200 ανθρώπινα έμβρυα που αποβάλλονται! Εξ όσων βλέπουμε, στους ανθρώπους, το ποσοστό αυτό δεν είναι καθόλου μικρό!
Ποιος μας βεβαιώνει, λοιπόν, ότι, σε αρχαιότερες εποχές, αυτή η «μετάλλαξη» δεν ήταν ο κανόνας για κάποιες φυλές, γι’ αυτό και επανεμφανίζεται (ως μη βιώσιμη φυσική επιλογή πλέον) σε κάποια έμβρυα; Ας μην ξεχνάμε και την άποψη του Αισχύλου στον «Προμηθέα Δεσμώτη», όταν ο πάσχων Τιτάνας αναφέρει στην Ιώ ότι οι Αριμασποί ζούσαν κοντά τους Αιθίοπες (Αφρικανούς). Αναρωτιέμαι… Το μωρό – κύκλωπας του 2015 είναι τυχαίο που γεννήθηκε στην Αίγυπτο; Αν και επιμένω ότι μονόφθαλμοι Αριμασποί υπήρχαν σε διάφορες περιοχές. Το είδαμε, θα δούμε κι άλλα!

Η χαμένη μας γνώση για το παρελθόν:
Ήταν οι Αριμασποί οι πρόγονοι των Τούρκων;

Ο Στράβων λέει ότι οι Έλληνες, στον καιρό του, αποκαλούσαν ως Σκύθες και Κελτοσκύθες όλους τους βόρειους λαούς, παλαιότεροι, όμως, Έλληνες συγγραφείς, όπως ξέρουμε, μιλούν για Υπερβορείους, Ισσηδόνες, Σαυρομάτες και Αριμασπούς –προφανώς, η γνώση είχε αρχίσει να χάνεται, ήδη από την Κλασική Εποχή και μέχρι τον καιρό του Στράβωνα είχε εξανεμιστεί σε μεγάλο ποσοστό. Μήπως κάποιοι έβαλαν το χέρι τους; Μήπως υπήρχαν πληροφορίες που ενοχλούσαν κάποιους όσο η Ιστορία εξελισσόταν; Μήπως δεν ήθελαν αυτοί οι κάποιοι να φανεί η πανάρχαια τεράστια εξάπλωση των ελληνογενών, όπως αποδεικνύουν σήμερα οι λευκές μούμιες που βρέθηκαν στα Ιμαλάια ή οι ελάχιστοι επιζήσαντες των διωγμών Αϊνού της Ιαπωνίας; Αν και διασώθηκαν κάποιες αναφορές, τελικά, εξαιρετικά περίεργες. Οι Γερμανοί π.χ. ο Ηρόδοτος έλεγε πως ήταν… περσικής καταγωγής. Και οι Έλληνες σταμάτησαν την επέλαση των Περσών και στη συνέχεια, με τον Αλέξανδρο, τους νίκησαν και κατέλαβαν το κράτος τους. Οι φυλετικές μνήμες δε σβήνουν…
Ο μύθος των μονόφθαλμων ανθρώπων, όπως είπαμε, είναι εξαιρετικά διαδεδομένος στην Ασία και οι του Αριστέα Αριμασποί ανευρίσκονται σε έργα όχι μόνο Ινδών, αλλά και Κινέζων γεωγράφων, οι οποίοι αναφέρονται στους κατοίκους της στέππας. Έχουμε ακόμη αντίστοιχες περιγραφές από μεταγενέστερα κείμενα των ίδιων των νομάδων αυτών των περιοχών, όπως είναι π.χ. «Η μυστική Ιστορία των Μογγόλων» (13ος αιώ.) και το Κιργισιανό έπος «Μάνας» (Μίνως; «Οι Νόμοι του Μανού» των Ινδών, που είναι ένα πανάρχαιο βεδικό: από τις Βέδες, κείμενο; Πολύ κοντά όλα αυτά ετυμολογικά). Παρόμοιες αναφορές, πάντως, έχουμε και σε ορισμένες Μεσαιωνικές Ευρωπαϊκές πηγές.
Εστιάζουμε και πάλι πρώτον στους Γρύπες, τους εχθρούς των Αριμασπών. Ο τύπος του γρύπα με τις μικρές, όμως, φτερούγες εμφανίζεται ήδη από την 4η χιλιετία π.α.χ.χ. και εκτείνεται από την Ινδία μέχρι τη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο και φυσικά, την Ελλάδα. 
Αλλά αυτή η συγκεκριμένη εικόνα των Γρυπών εμφανίζεται και στη Μογγολία, στους Ζιόνγκ-νου, ήδη από τον 1ο αιώνα μ.α.χ.χ. και μάλιστα, υιοθετείται η ελληνική εκδοχή απεικόνισης, καθώς και το μινωικό τυπικό, σύμφωνα με το οποίο το ζώο αυτό συμβολίζει την ευγένεια καταγωγής και τη βασιλική εξουσία. Έτσι, άρχοντες της Κεντρικής Ασίας θάβονται με την εικόνα ενός τουλάχιστον γρύπα πάνω τους. Επίσης, τατουάζ με περίεργα τετράποδα, που ορισμένα θυμίζουν γρύπες, ανακαλύφθηκαν στη μούμια ενός αρχηγού θαμμένου στο Παζυρύκ των Αλτάι, δηλαδή στις περιοχές όπου πιθανόν τοποθετούσε την ύπαρξη των «μυθικών» αυτών ζώων και ο Αριστέας.
Αλλά και ο Αιλιανός περιγράφει, όπως είδαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου μας, τα ζώα αυτά, τονίζοντας ότι είναι «ακριβώς όπως απεικονίζονται από τους καλλιτέχνες», βασιζόμενος στη μαρτυρία κάποιου που ισχυριζόταν πως είχε δει γρύπα στη Βακτρία. Αντιθέτως, ο Πλίνιος, ο Στράβων και ο Φιλόστρατος (Βίος Απολλωνίου Τυανέως) τοποθετούν τους Γρύπες στην Ινδία. Ο Φιλόστρατος δεν τους «βάζει» φτερά, αλλά αναφέρει πως ήταν ικανοί για εξαιρετικά υψηλά και μακριά άλματα –κάτι σαν τα καγκουρό, δηλαδή…
Σημειώνω ότι ίσως να υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ των λεγομένων Γρυπών και των οστών Πρωτοκεράτοπα που βρέθηκαν στην Αλταϊκή περιοχή, ενώ φωλιές με απολιθωμένα αυγά του προϊστορικού αυτού φυτοφάγου δεινοσαυροειδούς ανακαλύφθηκαν εντός κοιτασμάτων χρυσού! Δηλαδή, εκεί που έκαναν τις φωλιές του και οι «μυθικοί» Γρύπες! Περίεργη σύμπτωση…



Αρκετά με τους Γρύπες, ας περάσουμε τώρα και σε κάποιους άλλους παράξενους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Υπερκαυκασίας, που επίσης αναφέρονται στα «Αριμάσπεια».
Οι Ισσηδόνες, νομάδες κι αυτοί των μακρινών καιρών που εξετάζουμε, ήταν εκείνοι που έδωσαν τις πληροφορίες στον Αριστέα περί των Αριμασπών. Στα «Αριμάσπεια έπη» του, ο Αριστέας επιμένει να χαρακτηρίζει τους Αριμασπούς ως μία πραγματική και όχι φανταστική φυλή, πλουσιότατη, με τεράστια ποιμνιοστάσια. Ήταν δασύτριχοι και φιλοπόλεμοι, με ένα μόνο μάτι στο κέντρο του μετώπου. Επίσης, ήταν υψηλότεροι από όλους τους άλλους ανθρώπους, δηλαδή Γίγαντες! Εντελώς διαφορετική άποψη από την περί Πυγμαίων περίγραφή που είδαμε σε άλλους! Ναι, αλλά οι μονόφθαλμοι Πυγμαίοι αναφέρονται ως Αιθίοπες / Αφρικανοί (ορθώς), ενώ ο Αριστέας είχε επισκεφθεί προσωπικά βόρειες περιοχές πέραν του Ευξείνου Πόντου, και περί αυτών των Αριμασπών μιλάει!
Πολλοί, βέβαια, αντιτίθενται στην πιθανότητα ενός τέτοιου ταξιδιού και εστιάζουν στη δυσκολία που θα πρέπει να παρουσίαζε μια τέτοια εξόρμηση στις περιοχές αυτές κατά τους αρχαίους καιρούς.
Και γιατί να δυσκολευτεί ο Αριστέας σε ένα τέτοιο ταξίδι, αντιλέγουμε εμείς, αφού, όπως και σήμερα, έτσι και τότε υπήρχαν Έλληνες παντού; Και μάλιστα, τότε, υπήρχαν πολλοί περισσότεροι Έλληνες, αφού δεν είχαν ακόμη εκδιωχθεί από… παντού! Μήπως, δεν ανακαλύφθηκε πρόσφατα η κορινθιακή περικεφαλαία (χρονολογείται παλαιότερα του 500 π.α.χ.χ., ενώ υπήρξαν και άλλα ευρήματα) στην περιοχή Ταμάν, στις βόρειες ακτές του Ευξείνου Πόντου, στη Νοτιοδυτική Ρωσία; Η επίσημη Ιστορία παραδέχεται, άλλωστε, ότι οι ακτές της Βόρειας Μαύρης Θάλασσας είχαν εποικιστεί από τους Έλληνες ήδη από τον 7ο αιώ. π.α.χ.χ. και οι πανάρχαιοι εκείνοι πρόγονοί μας είχαν κτίσει αρκετές πόλεις, συγκροτώντας το περίφημο «Βασίλειο του Βοσπόρου», το οποίο «άντεξε» μέχρι τον 1ο αιώ. π.α.χ.χ. οπότε και έγινε ρωμαϊκό. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι κάτοικοι της Ολβίας (Εύξεινος Πόντος), που ήταν Έλληνες, ταξίδευαν συχνά μέχρι τους γειτονικούς προς τους Ισσηδόνες λαούς, ενώ οι Ισσηδόνες χαρακτηρίζονται ως εκ του φυσικού τους… φαλακροί! Το αντίθετο ακριβώς με τους δασύτριχους Αριμασπούς, όπως περιγράφονται από τον Αριστέα και όχι μόνο!
Μάρτυράς μας περί αυτής της σύγκρασης Ελλήνων και λαών της περιοχής, το υπέροχο δείγμα Ελληνοσκυθικής Τέχνης, το κάτοπτρο Κελέρμες, που βρέθηκε στην Ουκρανία και χρονολογείται στο 575 π.α.χ.χ. Φέρει την παράσταση δύο δασύτριχων ανδρών (προφανώς Αριμασπών), που πολεμούν ένα γρύπα. Το κάτοπτρο Κελέρμες έχει και Ιωνικές και Δυτικοασιατικές στυλιστικές επιρροές, ενώ προσιδιάζει και στα Σιβηρο-σκυθικά μοτίβα της Αρχαϊκής περιόδου, με πάνθηρες (περίεργο για τα παγωμένα αυτά μέρη), αρκούδες και άλλα ζώα.



Σε κάθε περίπτωση, έχει μεγάλη σημασία να δούμε την άποψη των Ισσηδόνων ή Ισσηδών για τους Αριμασπούς, μια άποψη την οποία εξέφρασαν, όπως ελέχθη, στον Αριστέα. Σημειώνω ότι θα πρέπει να είχαν παρόμοια άποψη με άλλους σύγχρονούς τους νομαδικούς λαούς της περιοχής. Ας δούμε πρώτα περί των ιδίων των Ισσηδόνων. Τα έθιμά τους κατά την κηδεία ήταν κανιβαλιστικά (έτρωγαν τους νεκρούς), επιχρύσωναν τα κρανία των νεκρών και υπήρχε ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα. Η συνήθειά τους για την επιχρύσωση των κρανίων δε θα πρέπει να συγχέεται, πάντως, με τη συνήθεια των Σκυθών να χρησιμοποιούν ως κύπελλα τα κρανία των εχθρών τους. Συγχέονται, όμως, οι ίδιοι, οι Ισσηδόνες, με τους λεγόμενους Σαυρομάτες, επίσης νομάδες, που οι γυναίκες τους ήταν πολεμίστριες. Για την ακρίβεια, οι Ισσηδόνες κυριολεκτικά θα πρέπει να ήταν Σαυρομάτες (γι’ αυτό και φαλακροί, άτριχοι, όπως τα ερπετά. Με λοξοειδή ίσως περίεργα μάτια; Και με τρομερά έθιμα, όχι και τόσο «πολιτισμένα»), αν και συναντούμε το θρύλο για γυναίκες πολεμίστριες σε ευρεία διάδοση στην Ασία –δεν είναι τυχαίο που σήμερα οι Κούρδισσες πολεμούν με τέτοια δύναμη και ηρωισμό. Ακόμη και η Ινδία έχει τις δικές της μαχήτριες (Bṛhat Saṃhitā XIV. 21–27). Παράξενο, τόσες «Αμαζόνες» διαχρονικά, αλλά και σήμερα, σε μια ήπειρο που καταπιέζει τόσο τη γυναίκα…
Οι Ισσηδόνες, πάντως, θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι οι νομάδες Γου-σουν των κινεζικών κειμένων (Γου-σουν > Ισσηδών, ταιριάζει πολύ), που κινούνταν στις περιοχές ανάμεσα στην Τζουγγάρια και το σημερινό Καζακστάν. Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι η ονομασία Γου-σουν στα κινεζικά είναι ένας τοτεμικός ήχος, που σημαίνει: «τα εγγόνια του κόρακα». Οι κινέζικοι θρύλοι μιλούν ακόμα για τον ιδρυτή τους, τον Κουν-μο, που προερχόταν από ένα λύκο και ένα κοράκι (επακριβώς τα ιερά ζώα και του Οντίν, αλλά και του Απόλλωνος > Λύκειος Απόλλων!). Αυτά τα περιγράφει ο Ζανγκ Κιάν, που ταξίδεψε στις περιοχές τους. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Αριστέας πήγε στο Μεταπόντιο ως κοράκι, ακολουθώντας τον Απόλλωνα. Συμπληρώνω ότι το κοράκι και ο λύκος ήταν τα ιερά ζώα και του Θεού Χαν Χορμάζντ Τένγκερ των Δυτικών Μογγόλων.
Αρκετά με τους Ισσηδόνες, επιστροφή στους Αριμασπούς. Ένας άλλος μελετητής, ο Heaney επανέρχεται στη μορφική πλευρά των Αριμασπών και αναπτύσσει τη θεωρία ότι οι Αριμασποί ήταν οι Άλμας / Άλμαστι, που σημαίνει «οι τριχωτοί», τύπου Γέτι (ο περίφημος χιονάνθρωπος των Ιμαλαΐων), που είναι ένας θρύλος ευρύτατα διαδεδομένος σε όλη την Κεντρική Ασία. Άλμας > Άλαμαστ > Άλαμασπ > Άραμάσπ (Αριμασποί). Στην παλαιά Μογγολική, όπως και στην Τουρκική, μετά το 1000 μ.α.χ.χ., το «π» αντικαταστάθηκε σε πολλές λέξεις από το «τ», ενώ το «ρ» έδωσε τη θέση του στο «λ».
Για πάμε να δούμε λίγο τώρα τους νομάδες των ασιατικών στεππών από λίγο πιο κοντά. Οι νομαδικές φυλές, που το 500 περίπου π.α.χ.χ. κατοικούσαν μεταξύ  των ορίων της Μογγολίας και της Μαύρης Θάλασσας, ήταν γνωστές στους ανατολικούς λαούς ως Σάι και Σάκια και δεν ήταν Μογγόλοι. Ήταν λευκοί. Πολύ αργότερα, εκτοπίστηκαν από τις γειτονικές Τουρκομογγολικές φυλές, κυρίως κατά την 1η χιλιετία μ.α.χ.χ., οι οποίες κυριάρχησαν οριστικά στη Μογγολία, Σιβηρία και την Κεντρική Ασία (και όχι μόνο) εν γένει. Από πολύ πολύ παλιά, οι λευκοί ελληνογενείς είχαν προβλήματα με τους Μογγόλους… Και έχουν! Και μάλιστα, μετά το 1922, οι Τουρανομογγόλοι της Τουρκίας, με τη βοήθεια των Ντονμέδων, των εξισλαμισμένων Εβραίων του Κεμάλ Ατατούρκ –άλλοι καλοί «φίλοι» μας αυτοί!- κατάφεραν να μας ξεριζώσουν και από τη Μικρά Ασία και τώρα, θέλουν να μας εκδιώξουν ακόμη και από εδώ, από το λίκνο μας, από τη γη μας! Επιστρέφουμε στους παλαιούς νομάδες.
Οι Γρύπες, που είναι επίσης γνωστοί στις παραδόσεις αυτών των λαών από την προ-μογγολική εποχή (άρα, αποτελούσαν παραδόσεις των λευκών κατοίκων, πριν τον εκτοπισμό τους), σχετίζονται πιθανόν με τους δράκοντες που βγάζουν φωτιά και ρίχνουν κεραυνούς¨» και που φυλάνε το «Χρυσό Όρος στο Κέντρο του Κόσμου» ή άλλοις λόγοις, όπως αποκαλούν οι λαοί αυτοί την Υπερβορέα. Όσο για τους Αριμασπούς, συνδέονται καταφανώς με τα υποχθόνια μονόφθαλμα πλάσματα, που ζουν στον Κάτω Κόσμο, σύμφωνα με τη Σιβηριανή, Μογγολική και Τουρκική Κοσμολογία, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τους σαμάνους και τις περιγραφές τους, οι οποίες προέκυπταν από τα παράξενα… αστρικά τους ταξίδια σε διαφορετικούς κόσμους, όπως παραδίδουν οι ίδιοι! Μην ξεχνάμε ότι και ο Αριστέας είχε τη δύναμη να ταξιδεύει με το αστρικό του σώμα, όπως είδαμε στην πρώτη ενότητα.



Είναι, λοιπόν, πιθανόν ο Αριστέας, που άφησε το σώμα του και πέταξε σαν το πουλί, να ήταν μυημένος, το επαναλαμβάνουμε, σ’ αυτές τις καθαρά μαγικοθρησκευτικές πρακτικές των λαών της Κεντρικής Ασίας, με τους οποίους θα πρέπει να είχε έρθει σε επαφή, με κάποιον τρόπο, ίσως και πριν ακόμη ξεκινήσει το «ταξίδι» του.
Προχωράμε στα περί θρύλων και αναφέρουμε ακόμα τον μονόφθαλμο Ντούβα Σοκούρ (τον γκαβό «Ντούβα» > Θεό; Πιθανόν), ο οποίος περιγράφεται στο 13ου αιώνος Μεσαιωνικό Μογγολικό έπος Monqol-un Niuča Tobča’an (Η Μυστική Ιστορία των Μογγόλων). Και μπορεί ο Ντούβα Σοκούρ να εμφανίζεται στους Μεσαιωνικούς χρόνους, υπάρχουν όμως πανάρχαιοι θρύλοι, που μιλούν για… μονόφθαλμους και χαμένους στην αχλύ του χρόνου προγόνους στις παραδόσεις των Τούρκων (βεβαίως, των Τούρκων), των Μογγόλων και των Θιβετιανών!
«Η Μυστική Ιστορία των Μογγόλων» είναι μια πραγματική δεξαμενή για τους Τουρκομογγολικούς μύθους, παρά τις παρεμβάσεις που έχει σίγουρα δεχθεί, ώστε να συμπεριλάβει και «θρύλους» που θα πρέπει να ήταν πολύ νεώτεροι και που μπήκαν εμβόλιμοι στην «παράδοση» επειδή ταίριαζαν ως εγκώμια προς τον Τζένγκις Χαν (1162 – 1227 μ.α.χ.χ.).
Ας δούμε αυτές τις πανάρχαιες μυθολογικές παραδόσεις των Μογγόλων Τούρκων, λοιπόν, μέσα από κάποιους παλαιούς προγόνους τους, τους B.rte Cinō (Μπλε Λύκος) και Qo’ai Maral (Πανέμορφο Ελάφι): «Ο Τοροκολτζίν Μπαγιάν είχε δυο γιους, τον Ντούβα Σοκούρ (τον γκαβό) και τον Ντομπούν Μερτζέν (τον γνώστη). Ο Ντούβα Σοκούρ είχε ένα και μοναδικό μάτι στο κέντρο του μετώπου του και μπορούσε να δει μακριά σε τριών ημερών ταξίδι απόσταση. Μια μέρα, ο Ντούβα Σοκούρ πήγε με τον αδελφό του Ντομπούν Μερτζέν στο βουνό Μπουρκάν Καλντούν και όταν κοίταξε από την κορυφή του βουνού, είδε μια ομάδα ανθρώπων να έρχονται προς τον ποταμό Τιούνγκελικ. Ο Ντούβα Σοκούρ είπε: ‘Ανάμεσα σ’ αυτούς τους ταξιδιώτες, υπάρχει μια πανέμορφη γυναίκα, καθισμένη στο κάρο μπροστά μπροστά. Αν δεν είναι ήδη γυναίκα κάποιου, θα τη ζητήσω για λογαριασμό σου, αδελφέ μου Ντομπούν Μερτζέν και θα την κάνω γυναίκα σου’.  Και με τα λόγια αυτά, έστειλε τον μικρότερο αδελφό του Ντομπούν Μερτζέν να τη δει». Κείμενο: Ligeti (εκδ. 1971).
Ο γάμος αυτός ήταν η αρχή για τη δημιουργία της Μογγολικής Φυλής, που πάντα επεδίωκε την επιμιξία με άλλους λαούς, ώστε να εξελίσσεται η ίδια –γι’ αυτό και οι αρπαγές γυναικών, το παιδομάζωμα κ.λ.π. «ευγενείς» πρακτικές αλλοτροίωσης... Όσο για το βουνό, θα πρέπει να θεωρούνταν ιερό, όπως και άλλα βουνά στη «Μυστική Ιστορία», π.χ. το ιερό Όρος Οτουκέν των πρώτων Τούρκων (6ος – 8ος αιώ. μ.α.χ.χ.), το Μουζ Ταγκ (Βουνό του Πάγου), αναφερόμενο στο χειρόγραφο Ογκούζ Καγκάν του 15ου αιώνα μ.α.χ.χ. και άλλα ανευρισκόμενα σε μογγολικά έπη, παλαιότερα και νεώτερα. Με το «ιερό» βουνό σχετίζεται επίσης στενά και η Ζωροαστρική παράδοση. Η Περσική παράδοση…
Πάντως, οφείλουμε να το επισημάνουμε: οι μόνοι λαοί που έχουν για καμάρι τους την προέλευσή τους από τον γκαβό / μονόφθαλμο και τον αδελφό του είναι οι Μογγόλοι, και ειδικά οι Τούρκοι! Μήπως, αυτή η διαμάχη μεταξύ ημών και εκείνων έχει, τελικά, πολύ βαθιές και πολύ αρχαίες ρίζες; Μήπως γι’ αυτό, σε βάθος χιλιετιών, αγωνίζονται να μας εκδιώξουν από παντού, όπως έκαναν οι πρόγονοί τους στις στέππες, οι οποίες κάποτε κατοικούνταν κυρίως από «λευκές» φυλές;
Προσθέτουμε επίσης τους Ουκρανικούς μύθους περί των Εντινούκι, που ήταν μια φυλή μονόφθαλμων ανθρώπων, προερχόμενων από τη μεριά της θάλασσας, στους οποίους οι Τάταοι (επίσης Μογγόλοι, ίσως οι μετέπειτα Τάταροι) πουλούσαν σκλάβους, που εκείνοι, οι μονόφθαλμοι, τους πάχαιναν και στη συνέχεια, τους σκότωναν και τους έτρωγαν (πηγή: Железнов 1858: I. 87–89). Μονόφθαλμη Ηθική!
Αναφέρουμε ακόμη άλλη μία ομάδα αρχαίων μονόφθαλμων και τερατωδών πλασμάτων,  που κατοικούσαν σε ένα κάστρο, του οποίου ιδιοκτήτες ήταν οι εχθροί του επώνυμου ήρωα του έπους «Μάνας» (Μανού, Μίνως;;;) του Κιργιστάν (Κιργιζίας). Στο έπος αυτό τονίζεται η ύπαρξη των μονόφθαλμων σε έναν κόσμο εκτός των ορίων του δικού μας κόσμου, αφού κατοικούν στο κάστρο του Σιδηρού Βέλους, στον οίκο των Τζινγκίζ, μαζί με αρματωμένους με μεταλλικά όπλα (;!) στρατιώτες. Εκεί κατοικούν ακόμη φυλές με κεφαλή δράκοντος, άλλες με κεφαλή σκύλου και μαζί μάγοι και γόητες. Οι δράκοι είναι οι φύλακες και οι λύκοι οι αγγελιοφόροι.
Αναφορές σε μονόφθαλμους κάνουν, όμως, τόσο οι Κινέζοι, όσο και οι Ινδοί, τοποθετώντας τους απίθανους αυτούς «κύκλωπες» εντός των στεππών πάνω από τα βόρεια σύνορά τους. Έτσι, μονόφθαλμοι άνθρωποι ανευρίσκονται στο Shan Hai Jing και σε μεταγενέστερες κινέζικες γεωγραφίες, σε συνδυασμό με αναφορές για σκυλανθρώπους ή μονόποδες και διάφορους άλλους περίεργους τύπους, στους οποίους είχαν αναφερθεί και οι κλασικοί γεωγράφοι που είχαν ταξιδέψει στην Ανατολή και τους μνημονεύει εν πολλοίς ο Στράβων.
Στη γνωστή ινδική «Μαχαμπχαράτα», βρίσκουμε επίσης μονόφθαλμους ανθρώπους, αλλά και ανθρώπους με τρία μάτια, καθώς και μονόποδες, ενώ εδώ τα μυρμήγκια είναι αυτά που εξορύσσουν το χρυσό, όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Μυρμιδόνες;;; Μήπως αυτοί οι δύο μύθοι, οι Ινδικοί χρυσοφόροι μέρμηγκες και οι εκ της μυρμηγκοφωλιάς προερχόμενοι Μυρμιδόνες σχετίζονται με κάποιον τρόπο;
Στα ινδικά έπη, εκτός από τους μονόφθαλμους ανθρώπους, περιγράφονται Αμαζόνες, κυνοκέφαλοι κ.ά. παράδοξα όντα, που όλα κατοικούσαν στις περιοχές βόρεια της Ινδίας.
Και το ερώτημα που αναδύεται είναι εύλογο: Έχουν σχέση οι μονόφθαλμοι Αριμασποί με τους Κύκλωπες; Ο ίδιος ο Στράβων αναρωτιέται αν ο Όμηρος «δανείστηκε» τον Κύκλωπα από τις ιστορίες των Σκυθών. Αλήθεια… γιατί «Πολύφημος» ο Κύκλωπας; Τόση φήμη είχε πια; Και πού ή μάλλον σε ποιους;
Ο Στράβων αναφέρει ακόμα: Ορισμένοι λένε ότι ο Κρεόφυλος ήταν ο δάσκαλος του Ομήρου, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως ήταν ο Αριστέας ο Προκοννήσιος». Αν είναι αλήθεια το δεύτερο, τότε ο Αριστέας θα πρέπει να γεννήθηκε πριν τον Όμηρο και εφόσον ο Όμηρος ακόμη και με βάση την επικρατούσα επίσημη άποψη έζησε τον 8ο αιώνα π.α.χ.χ., ο Αριστέας, ως μεγαλύτερός του, θα πρέπει να τοποθετηθεί στα τέλη του 9ου – αρχές 8ου αιώνα π.α.χ.χ.
Όσο για τον Κρεόφυλο, υπήρξε επικός ποιητής, με καταγωγή από τη Σάμο, στον οποίο αποδίδεται το έργο «Οιχαλίας άλωσις», που αναφερόταν στην κατάληψη της Θεσσαλικής πόλης Οιχαλίας από τον Ηρακλή. Θεωρείται φίλος ή δάσκαλος του Ομήρου, αλλά σύμφωνα με άλλη παράδοση, οι απόγονοί του παρέδωσαν στον Λυκούργο τα Ομηρικά έπη. Η άλλη παράδοση, όμως, η των «Κυκλώπων», ήταν κοινή σε όλους τους Έλληνες, και οι Έλληνες ταξίδευαν πολύ, από τους εξαιρετικά αρχαίους χρόνους…

Τους ισχυρισμούς του Αριστέα φαίνεται να επικυρώνει και ο Ρωμαίος γραμματικός Αύλος Γέλλιος (2ος αιώ. μ.α.χ.χ.), ο οποίος γράφει: «Εξάλλου, οι ποιητές λένε πως σ’ αυτήν την περιοχή υπό τον ουρανό υπάρχουν άνθρωποι που διαθέτουν ένα μόνο μάτι στο κέντρο του μετώπου τους και που ονομάζονται Αριμασποί, πράγμα που σημαίνει ότι είναι Κύκλωπες» (Gell. N.A. IX. 4.6). 

Κύκλωπες και Αριμασποί περιγράφονται συχνά ως τριχωτοί. Οι περιπέτειες του Οδυσσέα αλλά και η Αργοναυτική Εκστρατεία έχουν πολλές περιγραφές με επαφές που έγιναν με απολίτιστους ανθρώπους (κανίβαλους, σφαγείς ξένων κ.λ.π.) και αυτό απηχεί αλήθειες, εφόσον άγριες φυλές υπήρχαν πολλές, σε διάφορες περιοχές, όπως είδαμε. Π.χ., η αναφορά του Ομήρου για τον Κύκλωπα, που πίνει «άκρατον οίνον», δηλαδή μη νερωμένο κρασί, προσομοιάζει στις συνήθειες κάποιων φυλών της Μαύρης Θάλασσας, οι οποίες μεθούσαν και έκαναν εγκλήματα και αγνοούσαν εν γένει τα ήθη και τα έθιμα των Ελλήνων, και βεβαίως τη φιλοξενία. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν και οι κάτοικοι της χώρας των Ταύρων, που θυσίαζαν τους ξένους ναυτικούς που έφταναν ως εκεί, όπως περιγράφονται στην «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη.

Βέβαια, οι Ομηρικοί Κύκλωπες συνδέθηκαν από πολύ νωρίς με την περιοχή της Σικελίας, με την ηφαιστειακή Λιπάρα και την Αίτνα, αλλά αυτό θα πρέπει να είναι μια παρανόηση, αφού εκεί κατοικούσαν κατά τη μυθική παράδοση οι Κύκλωπες, βοηθοί του Ηφαίστου στο εργαστήριό του εντός της Αίτνας. Παρατηρούμε εδώ μία σύγκραση των δύο μύθων, παρόλο που δεν υπάρχει καμία σύνδεση των δύο διαφορετικών κυκλώπειων «ειδών». Και η απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι οι Κύκλωπες του Ομήρου δεν είναι μεταλλουργοί όπως οι Κύκλωπες που έδωσαν στον Δία τον κεραυνό και ήταν βοηθοί του Ηφαίστου και μεταλλουργοί, είναι άξεστοι ποιμένες –και οι μογγολικές φυλές είναι έτσι ακριβώς: έχουν μεγάλα και πολλά κοπάδια, αλλά τεχνουργήματα δεν έφτιαχναν επί πολλούς αιώνες…
Ενώ οι τεχνουργοί Κύκλωπες υπηρέτησαν Θεούς και ανθρώπους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν πήραν τυχαία το όνομά τους τα «Κυκλώπεια τείχη» στις Μυκήνες κ.α…
Αντιθέτως, οι νομαδικές φυλές της Μέσης Ασίας ούτε και σήμερα ακόμα, δε δείχνουν έφεση προς τις κατασκευές. Προτιμούν να μένουν σε γιούρτι!

Το γιουρτ (ή γιούρτι) είναι μια κυκλική, σκηνοειδής κατασκευή, με διακοσμητική καλαμωτή στα τοιχώματά του. Εξωτερικά καλύπτεται από τσόχα φτιαγμένη από μαλλί προβάτων, εφόσον οι «κατασκευαστές» του είναι βοσκοί. Το γιούρτι είναι ελαφρύ και συναρμολογείται εύκολα, αλλά είναι επίσης ανθεκτικό και άνετο τόσο για τα ζεστά καλοκαίρια, όσο και για τους κρύους χειμώνες. Οι Κιργίζιοι το αποκαλούν γκρίζο σπίτι, οι Καζάχοι (Καζάκοι) τσόχινο σπίτι και οι Μογγόλοι «γκερ», που σημαίνει «σπίτι». Τα γιουρτ των Κιργιζίων και των Καζάχων κοσμούνται συνήθως με «παραδοσιακά» σχέδια που γίνονται από μαλλί βαμμένο σε έντονα χρώματα, ενώ στην όλη διακόσμηση κυριαρχεί και ένα κέρατο κριαριού. Ορισμένα γιούρτια έχουν ακόμη και σχέδια μαιάνδρων (!), απόδειξη της πανάρχαιας ελληνικής επίδρασης στις απόμακρες αυτές περιοχές!



Όσο για τους Κύκλωπες τεχνουργούς, όπως μας λέει ο Παυσανίας, είχαν ένα βωμό προς τιμήν τους στην Κόρινθο, ίσως και στα Μέγαρα. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, αλλά και άλλους, αποτελούσαν έναν ολόκληρο λαό (άρα, δεν ήταν μόνο τρεις), είχαν έρθει από τη Θράκη και είχαν φτάσει μέχρι την Κρήτη, ενώ όφειλαν το όνομά τους στο βασιλιά τους. Σε ένα απόσπασμα αποδιδόμενο στον Αριστοτέλη, γίνεται αναφορά για μία φυλή Θρακών Κυκλώπων, που κατείχαν μια δηλητηριώδη πηγή.
Στην παράδοση των κατοίκων της Βεδρουσίας (ρωσικές στέππες), από την άλλη, υπάρχει η αναφορά στον μονόφθαλμο σιδηρουργό και Θεό της Αρμενίας, τον Τ’ορκ (άλλη μια σύγκραση των μεταλλουργών Κυκλώπων και των ποιμένων Κυκλώπων). Άλλωστε, είναι περίεργο το γεγονός ότι μύθοι περί Αριμασπών και Κυκλώπων υπάρχουν σε ευρύτατες περιοχές από την Αρμενία και τη Γεωργία μέχρι την Κιργισία, τη Μογγολία και την Κίνα.
Για παράδειγμα, στη συλλογή μύθων Nart Sagas των τουρκικής καταγωγής φυλών τη Οσσετίας στην Κιρκασία, οι ηρωικοί Ναρτς έχουν ως προγόνους κάποια μονόφθαλμα ορεσίβια όντα, τα Ayniwz, από τα οποία ο ήρωας Σοσρούκο κλέβει συχνά το κεχρί και τη φωτιά, μύθος που μας θυμίζει έντονα τον Προμηθέα. Και μάλιστα, υπάρχει εκεί και ο θρύλος ότι ένας γίγαντας δένεται στην κορυφή του βουνού για τιμωρία, επειδή επέτρεψε τις κλοπές! Τον γίγαντα θα σώσει ένας άλλος Ηρακλής, ο προαναφερόμενος Σοσρούκο (ή Παταράζ, σε ορισμένες περιοχές), μόνο που ο λυόμενος γίγαντας είναι, στην περίπτωση αυτή, μονόφθαλμος! Και δεν μπορώ παρά να σχολιάσω: Τι ωραίο πράγμα να εκδιώκεις τους αρχαίους κατοίκους από τις περιοχές τους και να οικειοποιείσαι την Ιστορία και τις παραδόσεις τους!
Οι Καυκάσιοι μονόφθαλμοι είναι τερατώδεις, όπως οι μογγολικοί Αλμάς (Αρμάς… Αριμασποί). Αλλά και οι Αρμένιοι Κύκλωπες, που είναι βεβαίως μονόφθαλμοι, είναι γίγαντες κακοδαίμονες και κατοικούν σε σπηλιές. Ζυγίζουν εκατονταπλάσια από έναν άνθρωπο και στη διάρκεια της ημέρας, κάθονται πάνω από τα σπήλαιά τους, καιροφυλακτώντας για ανθρώπους, πουλιά, άλλα τεράτα, ακόμα και… τζίνι για να τα φάνε! Κι αν δεν περάσει τίποτα, τότε τρώνε ένα ολόκληρο χωριό! Και τώρα… κάποιοι πολλαπλώς ομοιάζοντες έχουν πλησιάσει επικίνδυνα τα χωριά και τα νησιά μας!...  
Τέλος, ακόμα και στην Αμερικανική Ήπειρο υπάρχουν πανομοιότυποι θρύλοι για ορεσίβιους μονόφθαλμους δαίμονες, που κατοικούν σε σπηλιές και είναι δολοφόνοι των ανθρώπων και που τους παραμονεύουν πάνω από τα σπήλαια όπου διαμένουν. Ένας μύθος, κυριολεκτικά βγαλμένος από την ίδια παράδοση που «γέννησε» και τον μύθο περί Κυκλώπων των Αρμενίων! Ποιος ταξίδευε τόσο πολύ, ώστε να αποτελεί τη δάδα μεταλαμπάδευσης των μύθων; Την απάντηση τη γνωρίζουμε… όλοι! Μόνο που τώρα, αφού μας εξεδίωξαν σχεδόν από παντού οι «μονόφθαλμοι», ένα άλλο, ένα σύγχρονο μονό «μάτι» (Ιλλλουμινάτοι… βλ. φωτό κάτω με την πυραμίδα και το μάτι από το Εκουαδόρ!) φαίνεται πως το έχει βάλει σκοπό να μας διώξει κι από δω, από το λίκνο μας! Και γι’ αυτό χρησιμοποιεί –και κινητοποιεί!- τους απογόνους του μονόφθαλμου Ντούβα Σοκούρ, του γκαβού, δηλαδή τους Τούρκους! Και όχι μόνο αυτούς…


Ντορέτα Πέππα