Τις
τελευταίες μέρες, κυκλοφορεί ευρέως η ιστορία για το «χρυσό μακεδονικό
στεφάνι», που ανακάλυψε, εντελώς τυχαία, «κρυμμένο» στο σπίτι του ένας Βρετανός
συλλέκτης. Το εν λόγω αντικείμενο βγαίνει σε δημοπρασία στις 9 Ιουνίου, δηλαδή… άμεσα, από τον
οίκο Duke's.
Όμως,
παρά τις διθυραμβικές κορόνες που είδαν το φως της δημοσιότητας και ενθουσίασαν
για την είδηση αυτή το κοινό, προωθώντας τεχνηέντως τη φημολογία ότι ίσως το
στεφάνι να ανήκε ακόμη και σε… βασίλισσα της Μακεδονίας και τονίζοντας ότι
είναι δυνατόν να βρεθεί ακόμη και ο Τάφος στον οποίο ήταν κάποτε θαμμένο, το
στεφάνι αυτό –το πιθανότερο- δεν είναι αληθινό. Και μάλιστα, η όλη υπόθεση μάλλον
αποτελεί μια καλοστημένη απάτη, ώστε να πάρουν κάποιοι χρήματα και να τονωθεί
λίγο το κλίμα, ύστερα από τις εξαιρετικά χαμηλές εμπορικές επιδόσεις που έχουν
τον τελευταίο καιρό οι οίκοι πλειστηριασμών.
Όσο γι’ αυτούς που βιάστηκαν να πουν ότι
το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού όφειλε να παρέμβει και να σταματήσει τον
πλειστηριασμό, έχουν δίκιο! Γιατί ακόμη και αν αυτό το στεφάνι είναι… «μαϊμού»
(και ίσως του λείπουν και καμιά δεκαριά μπανάνες για να γυαλίσει καλύτερα…),
και πάλι το Υπουργείο είναι υποχρεωμένο να παρέμβει, ώστε να μελετήσει το
«εύρημα», όπως έχει υποχρέωση να πράξει! Κι όχι να αφήνει τους φερόμενους ως
έξπερτ, τους «ειδικούς» του οίκου Duke's (ποιοι είναι και τι ξέρουν από
Αρχαιολογία, αλήθεια, αυτοί οι άνθρωποι; Και πόσο ειδικοί είναι στη συγκεκριμένη χρονολογική περίοδο και
τεχνοτροπία;) να αποφαίνονται πάνω στο σοβαρό αυτό ζήτημα. Γιατί αν όντως το
στεφάνι είναι πλαστό και πουληθεί –και το πάρει κάποιο από τα γνωστά θύματα των
σαλταδόρων / εμπόρων της τέχνης- τότε το Ελληνικό Δημόσιο έχει μεγίστη ευθύνη
και συνενοχή και θα
ξεφτιλιστούμε (πάλι!) διεθνώς που δεν κάναμε κάποια παρέμβαση. Αν πάλι είναι
γνήσιο και εφόσον υφίσταται η δημόσια ομολογία του κατόχου –σύμφωνα με τις ανακοινώσεις
του οίκου Duke's- ότι μάλλον αποτελεί προϊόν λαθρανασκαφής, τότε το στεφάνι ανήκει
σ’ εμάς, σε κάθε περίπτωση… Οπότε, δεν μπορούν οι Άγγλοι να το πουλήσουν, όπως
και νά ’χει!
Επιπροσθέτως, τα μακεδονικά στεφάνια (όπως
και όλα τα στεφάνια) της Ελληνικής Αρχαιότητας θεωρούνται –και είναι- λατρευτικά αντικείμενα της Πατρώας των Ελλήνων
Θρησκείας, και όχι απλά καλλιτεχνήματα, οπότε η διαρπαγή, και πόσο μάλλον η
πώλησή τους, αποτελούν αμφότερες πράξεις προσβολής της θρησκείας των σημερινών
θρησκευτών της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας. Σε σχέση με τη χρήση των στεφανιών
και στα πλαίσια μιας σχετικής ημερίδας που έγινε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του
2011, είχε μιλήσει διεξοδικά τότε η αρχαιολόγος της ΙΣΤ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων,
κ. Δέσποινα Ιγνατιάδου:
«Είναι αντικείμενα που γοητεύουν κοινό και
αρχαιολόγους, είναι περιζήτητα από τους
συλλέκτες, ενώ κρύβουν πολλά μυστικά. Είναι πολλά τα ζητήματα που δεν
έχουμε ακόμη αποκρυπτογραφήσει σε σχέση με τα στεφάνια και ιδίως με τη χρήση
τους. Αν και τα βρίσκουμε σε τάφους, δεν
είναι ταφικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούνται και στην πραγματική ζωή, σε τελετές-μυστήρια (πολιτικού,
διοικητικού ή θρησκευτικού τύπου) ιδιωτικού ή δημόσιου χαρακτήρα».
Ας δούμε, όμως, γιατί εγώ, με το δικό
μου το μυαλό και το δικό μου το μάτι –που είναι εξαιρετικά εξασκημένο, γιατί
ασχολούμαι χρόνια (ας πούμε, από… χόμπι ή και από ανάγκη εσωτερική) με το
αντικείμενο της πιστοποίησης- συγκλίνω στην άποψη ότι το συγκεκριμένο χρυσό
στεφάνι είναι πλαστό.
Πρώτα, ας εξετάσουμε το «ιστορικό» που
παρουσίασε ο κάτοχος (ο οποίος παραμένει ανώνυμος, οπότε ο καθένας μπορεί να
ισχυριστεί ό,τι θέλει επ’ ονόματί του –Και αυτό είναι ύποπτο, βεβαίως!). Είπε,
λοιπόν, ο ιδιοκτήτης – κάτοχος του στεφανιού, ένας υποτιθέμενος συνταξιούχος,
ότι ο παππούς του ήταν ο… συλλέκτης. Ο συνταξιούχος εγγονός κάλεσε τους
ανθρώπους του οίκου πλειστηριασμών να πάνε και να καταγράψουν τα αντικείμενα
της συλλογής, που βρίσκονταν σε ένα εξοχικό της οικογένειας στο Σόμερσετ, στη
Νοτιοδυτική Αγγλία, και τότε, μέσα σε ένα χαρτόκουτο και τυλιγμένο σε
εφημερίδες, κάτω από το κρεβάτι, ανακάλυψαν όλοι μαζί… το στεφάνι! Φυσικά, ο
κάτοχος –και κληρονόμος του παππού- ιδέα δεν είχε για την ύπαρξή του, οπότε,
ό,τι και να γίνει στο μέλλον, ουδεμίαν ευθύνην φέρει! Έξυπνο, πολύ έξυπνο!
Ακόμη και αν δεχθούμε ότι οι άνθρωποι
του οίκου πήγαν στο σπίτι του ανθρώπου αυτού (πράγμα δύσκολο για τους οίκους
πλειστηριασμών, αφού, για όποιον γνωρίζει, για να «μετακινηθούν» οι των οίκων
ειδικοί θα πρέπει να ξέρουν πολύ καλά τι πάνε να δούνε και τι θα τους αποφέρει
αυτό που θα δούνε…), γιατί αποφάσισαν, τελικά, να βγάλουν σε δημοπρασία –και
στα γρήγορα- μόνο αυτό το
αντικείμενο, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσαν;! Τα άλλα πράγματα του μακαρίτη,
του συλλέκτη του παππού, τι ήταν; Για πέταμα;
Πάμε, όμως, και σε πιο ειδικά θέματα.
Λένε στο δελτίο τύπου οι υπεύθυνοι της ανακοίνωσης: «Το χρυσό αυτό στεφάνι παριστάνει φύλλα και άνθη μυρτιάς, που ήταν το ιερό φυτό της Αφροδίτης, σύμβολο ομορφιάς και νεότητας και
επομένως, πρόκειται για γυναικείο
χρυσό στεφάνι, που στο πίσω
μέρος του μπορεί να δένει για να εφαρμόζει τέλεια, χωρίς τον κίνδυνο
να πέσει. Η δε κεντρική θέση του
μεγάλου σαν "ρόδακα" άνθους, φανερώνει ξεχωριστή και σπουδαία, βασιλική
προφανώς ιδιότητα!»
Ας
το σχολιάσουμε λίγο όλο αυτό. Πρώτον, βεβαίως είναι άνθη μυρτιάς αυτά που έχει
το στεφάνι (μαζί με δύο άσχετα… κρινάκια κάτω κάτω, που έχουν προκύψει από το
πουθενά!), αλλά δεν είναι φύλλα μυρτιάς!
Είναι φύλλα δάφνης αυτά που
πλαισιώνουν τα «άνθη». Η αντιπαραβολή των φωτογραφιών που κάνω δίνει τις
απόλυτες απαντήσεις.
Το συγκεκριμένο στεφάνι έχει άνθη μυρτιάς, σε σχήμα ρόδακα
(και όχι σαν «ρόδακα» -να χαρώ εγώ «ειδικούς»!), αλλά έχει καταφανώς φύλλα
δάφνης και μάλιστα η όλη σύνθεση παραπέμπει σε σαφώς ρωμαϊκό στεφάνι (δάφνινο
στεφάνι τύπου Ιουλίου Καίσαρα, κατά πολύ νεώτερο των Μακεδονικών –δείτε και στη
φωτό, το κρανίο του αθλητή, όπως βρέθηκε στον Αγ. Νικόλαο, με
το ρωμαϊκό στεφάνι δάφνης / 1ος αιώνας μ.α.χ.χ.), ενώ τα λουλούδια της μυρτιάς είναι εξαιρετικά στυλιζαρισμένα και
πανομοιότυπα το ένα με το άλλο (με μόνη τη διαφορά, το μεγαλύτερο μέγεθος του «κεντρικού»
άνθους), σαν να έχουν βγει από την «πρέσα», παρά τις… φιλότιμες προσπάθειες που
έχουν γίνει ώστε να φαίνονται «στραπατσαρισμένα».
Εκτός του ότι, λοιπόν, οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν ήταν τόσο
παρανοϊκοί ώστε να κατασκευάσουν ένα στεφάνι με άνθη μυρτιάς και φύλλα δάφνης,
το όλο σχήμα και η «σύλληψη» του εν λόγω στεφανιού, που είναι εξαιρετικά στενό
και «δεμένο» γύρω από το κεφάλι, ενώ τα μακεδονικά στεφάνια είναι απλωτά και
έχουν ελεύθερο (βλ. φυσικό, νατουραλιστικό) σχήμα, αποτελεί ένα συνονθύλευμα
τεχνοτροπιών και εποχών (αλεξανδρινής, ελληνιστικής, ρωμαϊκής) και βεβαίως,
καλλιτεχνικά –και συγκρινόμενο με τα βεβαιωμένα ως αυθεντικά- δεν αντέχει καθόλου
το συναγωνισμό! Αυτό δε θα εμποδίσει κάποιον αφελή να το χρυσοπληρώσει, (κυριολεκτικά!),
για να το έχει -αν τελικά πουληθεί- και να το χαίρεται ως ένα γνήσιο
«μακεδονικό» στεφάνι, ηλικίας 2.300 – 2.150 ετών (κατά τη γνώμη των «ειδικών»
του οίκου πάντα)!
Θα τα δούμε αναλυτικότερα πιο κάτω αυτά, όπου θα αναφερθούμε και
σε μελέτες κάποιων πραγματικά ειδικών επί του αντικειμένου: «μακεδονικό στεφάνι».
Ας παραμείνουμε, όμως, για λίγο ακόμα κοντά στο συλλέκτη μας, και ας
ακούσουμε τι άλλο έχει να μας πει. Δηλώνει, λοιπόν, ότι ο παππούς του είχε πραγματοποιήσει
"ταξίδια" στη Βόρεια Ελλάδα, τη δεκαετία 1940 και 1950, στην περιοχή του Μεγάλου
Αλέξανδρου (!!!;;;;) –έτσι, στα… πέριξ!!! Και συνεχίζει: «Ήξερα ότι ο παππούς μου ταξίδεψε εκτενώς στη
δεκαετία του 1940 και του '50 και ξόδεψε τον χρόνο του στη βορειοδυτική μεθόριο, όπου ήταν ο
Μέγας Αλέξανδρος, και έτσι είναι δυνατό να το πήρε ενώ ήταν εκεί. Αλλά
ποτέ δεν μου είπε τίποτα γι' αυτό το στεφάνι», βγάζει και την ουρά του απέξω για να μη βρεθεί μπλεγμένος –το
επαναλαμβάνουμε.
Και καλά αυτός λέει ό,τι θέλει (αυτός ο
«ανώνυμος»), οι «ειδικοί» του οίκου τι λένε; Δεν ξέρουν ότι τα περί χρυσών
μακεδονικών στεφάνων έγιναν γνωστά από το 1969 και εντεύθεν, όταν
πρωτοανακαλύφθηκαν κάποια από αυτά στο Δερβένι, και μάλιστα, εκεί το στεφάνι
μυρτιάς ανήκε σε πολεμιστή
και όχι σε γυναίκα, αφού οι μυημένοι των Μυστηρίων (Ελευσινίων και πιθανώς και
Καβειρίων) φορούσαν στεφάνι μυρτιάς; Ούτε αυτό το έχουν υπόψιν τους, ότι,
δηλαδή, ναι, μεν ήταν κυρίως γυναικεία τα συγκεκριμένα στεφάνια, αλλά υπήρχαν
και ανδρικά στεφάνια αυτού του τύπου, ειδικά όταν ανήκαν σε μύστες. Βέβαια, τα
στεφάνια έγιναν διεθνώς γνωστά μόνο μετά το 1977, τότε που ο σπουδαίος και
αείμνηστος Μανόλης Ανδρόνικος έκανε τις ανασκαφές στη Βεργίνα. Οπότε, ποίος
είχε ιδέα περί τούτων, τότε που ο «παππούς» έκοβε βόλτες στη Μακεδονία; Το τονίζω
πάλι! Οι «ειδικοί» δεν τα συνδύασαν όλα αυτά; Αν όχι, τότε δεν είναι ειδικοί, οπότε το στεφάνι χρήζει, ούτως ή άλλως,
περαιτέρω ερεύνης!
Όσο για τους ισχυρισμούς ότι η Αμφίπολη είχε
γίνει γνωστή ήδη από το 1936 – 37 (μάλλον η διεθνής προβολή της Αμφίπολης τούς…
γυάλισε και τους άνοιξε την όρεξη των «ειδικών»!), θα έπρεπε να ξέρουν ότι και
πάλι, τα στεφάνια αυτού του τύπου δεν ήταν ακόμα γνωστά εκείνα τα χρόνια! Απλά,
όλα τούτα τα μεγαλόστομα, και μαζί η υποτιθέμενη μυστικότητα με την οποία το
είχε φυλάξει το στεφάνι ο «παππούς», είναι παραμύθια της Χαλιμάς –ναι, πρώτη
φορά θα πουλούσαν θησαυρούς μας οι Εγγλέζοι! Ή θα του έλεγε τίποτα κανείς τα
χρόνια εκείνα για το πού και το πώς βρήκε το στεφάνι;
Βέβαια, το στεφάνι εμφανίζεται να έχει ίχνη
χώματος, οπότε αυτά τα ίχνη θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανακάλυψη του τάφου
προέλευσης –βεβαίως, και αυτό λέγεται. Ε, τότε, γιατί δεν περιμένουν να γίνουν
περαιτέρω έρευνες και επιμένουν να το ξεφορτωθούν άρον άρον; Αφού, αν είναι
όντως προϊόν λαθρανασκαφής (άρα, εγκλήματος), και πάλι θα έχουν τραβήγματα με
το νόμο και το Ελληνικό Δημόσιο, και μετά την πώληση. Εδώ επεστράφη το χρυσό
στεφάνι που κατείχε το διάσημο Μουσείο Getty, αυτοί θα γλιτώσουν;
Όπως σας υποσχέθηκα στην αρχή, όμως, θα πρέπει
να παραθέσω τώρα κάποια πολύ ειδικά στοιχεία, που να ενισχύουν τα λεγόμενά μου.
Τα παρακάτω είναι, λοιπόν, από μία εξαιρετική έρευνα και μελέτη, ακριβώς πάνω
στα μακεδονικά στεφάνια, του Χρήστου Κατσίφα, χημικού Α.Π.Θ.
(Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) & συντηρητή αρχαιοτήτων στο Τ.Ε.Ι.
Αθηνών. Η έρευνα, με τίτλο: «ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΧΡΥΣΩΝ ΣΤΕΦΑΝΙΩΝ»
έγινε το 2012, υπό την επίβλεψη του Ιωάννη Στράτη, καθηγητή τμήματος Χημείας του
Α.Π.Θ.
Το πόσο δύσκολη είναι η πιστοποίηση της αυθεντικότητας
ενός χρυσού στεφανιού αποκαλύπτεται εμφατικά από τις πρώτες κιόλας γραμμές της
μελέτης:
«Στην περιοχή της Μακεδονίας έχει
βρεθεί μεγάλος αριθμός χρυσών στεφανιών, μάρτυρες της πολιτισμικής και
οικονομικής ακμής του Μακεδονικού Βασιλείου. Δυστυχώς, τα ιστορικά στοιχεία που
τα συνοδεύουν είναι ελάχιστα, ενώ δεν έχουν μελετηθεί φυσικοχημικά, με αποτέλεσμα
να υπάρχουν διάφορα αναπάντητα ερωτήματα για τον σύγχρονο μελετητή.»
Ίσως
γι’ αυτό, λοιπόν, να έγινε η συγκεκριμένη «επιλογή» ενός τέτοιου αντικειμένου
από τον οίκο πλειστηριασμών στην Αγγλία, επειδή τα στεφάνια δεν έχουν μελετηθεί
επαρκώς «φυσικοχημικά». Άλλωστε, όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο, για να είναι
επαρκής η έρευνα, θα πρέπει να: «μελετώνται
η σημασία και η χρήση τους ανάλογα με την κάθε γεωγραφική περιοχή και το φυτό που αναπαριστούν. Κατόπιν,
μελετάται η πορεία του υλικού κατασκευής, του χρυσού, από μηδενικής βάσης,
δηλαδή από το στάδιο της μεταλλογένεσης, της εξόρυξης, της μεταλλουργίας και
της μεταλλοτεχνίας. Όλα τα παραπάνω στοιχεία είναι απαραίτητα για τον χημικό
που θ’ ασχοληθεί με μια αρχαιομετρική
μελέτη, ώστε, τελικώς, να μπορέσει να ερμηνεύσει τα αναλυτικά αποτελέσματα.»
Πού
είναι, λοιπόν, τα πορίσματα μιας σοβαρής αρχαιομετρικής μελέτης όσον αφορά στο
βρετανικό «στεφάνι»; Εγώ δε βρήκα τίποτε. Μπορεί, βεβαίως, και να λανθάνω…
Όμως,
όπως επισημαίνεται και σε ένα άλλο σημείο τη μελέτης, τα πράγματα για τον πραγματικό
ερευνητή ζορίζουν ακόμη περισσότερο σε μια περίπτωση όπως είναι το στεφάνι του
Εγγλέζου «παππού»: «Η αυθεντικότητα ενός
στεφανιού δεν διαπιστώνεται εύκολα και η ταύτιση ενός μη ανασκαφικού στεφανιού
με συγκεκριμένο τόπο και χρόνο είναι επισφαλής», τονίζει ο υπογράφων την έρευνα.
Επίσης,
τόσο η «δόμηση» ενός στεφανιού αυθεντικού (σύνδεσμοι, διαφορετικά στοιχεία:
άνθη, φύλλα, κλάδοι κ.λ.π.), όσο και το τελείωμά του (το πώς δένει στο κεφάλι,
δηλαδή), καμία σχέση δεν έχουν με την εικόνα που παρουσιάζει το επίμαχο στεφάνι
(βλ. συγκριτικές φωτό).
Διαβάζουμε στη μελέτη:
«Για
την κατασκευή ενός στεφανιού, ο χρυσοχόος χρειαζόταν ένα σφυρί και ένα αμόνι
και, πιθανότατα, φύλλα περγαμηνής, ως υπόστρωμα, για την παραγωγή φύλλων
χρυσού. Ακόμη, χρειαζόταν ένα σκαρπέλο για την κοπή του φύλλου χρυσού, ένα
σουβλί για να ανοίγει οπές, μια σειρά από διαφορετικές σμίλες ώστε να
κατασκευάσει το ανάγλυφο, ίσως κάποια πρότυπα για ακριβή αναπαραγωγή μορφών και
σχημάτων πάνω στο φύλλο μετάλλου και καλούπια για τα διάφορα στολίδια. Με όλα
τα παραπάνω, ο χρυσοχόος εφάρμοζε διάφορες τεχνικές ώστε να πετύχει το
επιθυμητό αποτέλεσμα.»
Όλα
στο χέρι! Καμία σχέση με πρεσαριστά στοιχεία και στελέχη, δηλαδή!
Αφού… «το φύλλο μετάλλου προκύπτει με σφυρηλάτηση
και ορισμένες φορές ανόπτηση κομματιού μετάλλου». Ανόπτηση ονομάζεται η θερμική κατεργασία στην οποία
υποβάλλεται ένα μέταλλο που
έχει ήδη υποστεί κάποια άλλη κατεργασία, π.χ. σφυρηλάτηση, προκειμένου στη
συνέχεια, υποβαλλόμενο σε ψύξη, να βελτιωθεί η ευκαμψία του και να γίνει
λιγότερο εύθρυπτο.
Πριν
ολοκληρώσουμε το σύντομο αυτό σχολιασμό του θέματος του στεφανιού, που σκοπό
έχει να δώσει έναυσμα για περαιτέρω σοβαρή έρευνα από τους αρμοδίους (οι οποίοι
θα πρέπει να βγουν από το λήθαργό τους, επιτέλους!), δείτε και αυτό και κάντε
μία σύγκριση του «εγγλέζικου» στεφανιού με ένα ακόμη, ένα διάσημο στεφάνι
λαθρανασκαφής, που αποκτήθηκε παράνομα από το Μουσείο John Paul Getty το 1993
και επεστράφη στην Ελλάδα το 2007:
Χρυσό στεφάνι μυρτιάς -ΜΘ 24000 (τέλη του
4ου αι. π.Χ.) Πρόκειται για χρυσό στεφάνι ανθισμένης μυρτιάς, με πλούσιο φυτικό
διάκοσμο. Το κυρίως στέλεχος αποτελείται από δύο κυλινδρικά ελάσματα
(και όχι χοντρά στελέχη σαν… «χερούλια»), που έχουν καμφθεί ώστε να σχηματίσουν
κύκλο. Τα άνθη του παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία. Καθένα αποτελείται
από πολλαπλά και διαδοχικά φύλλα χρυσού που αποδίδουν φυσιοκρατικά τον κάλυκα,
τα πέταλα, τα σέπαλα, και τους στήμονες του φυτού. Ορισμένα άνθη, στο εμπρός
τμήμα, διακοσμούνται με πράσινο και γαλάζιο σμάλτο. Η προσθήκη των χρωμάτων
αυτών και ο συνδυασμός τους με το χρυσό προσδίδουν μοναδική αισθητική αξία στο
αντικείμενο. Το χρυσό αυτό στεφάνι πρέπει να ανήκε σε πρόσωπο της μακεδονικής
αριστοκρατίας. Εκτίθεται πλέον στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (Α.Μ.Θ.).
Ως επίλογο, θα αναφερθώ και θα επικροτήσω αυτό
που λένε οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της «ανακάλυψης» του στεφανιού υπό την
κλίνην του Εγγλέζου «παππού»: «Εκείνο
που εντυπωσιάζει περισσότερο όλων, είναι το ότι βρέθηκε εντελώς άθικτο, ως την τελευταία του λεπτομέρεια, σαν να
έγινε μόλις τώρα!»
Μάλλον, αυτό θα
πρέπει να συμβαίνει: το στεφάνι έγινε… ΜΟΛΙΣ ΤΩΡΑ!
Ντορέτα Πέππα